''Τα 'Αλμπατρος'' #6-7-8#

 


Τα δύο πρώτα κεφάλαια #1-2# / έναρξη ΕΔΩ

  Τα κεφάλαια #3-4-5# ΕΔΩ

                                                        

                                                   6.    Η πρώτη επαφή  

           

           Ο Όλιβερ είχε κλείσει ξενοδοχείο στην Κινσάσα και αφού τακτοποιήθηκε, κάθισε στο κρεβάτι να σκεφθεί τις κινήσεις του. Ήθελε να ψάξει αμέσως να βρει τη μητέρα του, μα κάτι τον κρατούσε  θαρρείς δέσμιο στο κρεβάτι. Κάτι τον έσπρωχνε να το αναβάλλει για λίγο. 

Το ξενοδοχείο ήταν σε κεντρικό σημείο της πόλης. Μια θορυβώδης πόλη με ανοικοδόμηση είναι η αλήθεια μια και ο δικτάτορας Μομπούτου είχε κάνει έργα περισσότερο βιτρίνας.   Σκέφτηκε να πάει μια βόλτα, αλλά ήταν βράδυ, γι αυτό  καλύτερα να πρόσεχε, όπως τον είχαν συμβουλέψει.

Οι ταραχές στο Κονγκό δεν έλειπαν αφού η δικτατορία του δισεκατομιριουχου Μομπούτου είχε μετατρέψει τη  χώρα σε προσωπικό του φέουδο και ο κόσμος υπέφερε.

Κατέβηκε στο μπαρ του ξενοδοχείου. Ήπιε άλλο ένα ποτό σήμερα. Το δεύτερο, αν και δεν έπινε ποτέ. Το είχε ανάγκη όμως. Γεμάτο το ξενοδοχείο από πελάτες αλλά και κατοίκους που έδειχναν να έχουν χρήματα να ξοδέψουν. Φασαρία και εδώ. Δεν την άντεχε... Την προσπάθεια του μπάρμαν να του πιάσει κουβέντα, να τον ρωτήσει από πού είναι, την φρέναρε άκομψα. Μα δεν είχε διάθεση. Τι να πει εξάλλου; ''Δεν ξέρω από πού κατάγομαι φίλε. Γεννήθηκα στο Βέλγιο, αλλά νόμιζα στη Γερμανία. Τελικά η μάνα μου δεν ήταν η βιολογική και είναι από το Κονγκό....'' τι να του πει;

Πήγε στην τραπεζαρία να φάει κάτι. Θα τον έπιανε πόνος πάλι στο στομάχι και δεν ήταν ώρα για πόνους και αδιαθεσίες.

Η τραπεζαρία με στρογγυλά τραπέζια με λινά τραπεζομάντηλα απαλά και κάτασπρα,  ήταν γεμάτη σχεδόν.  Στολισμένη με λουλούδια και με τους πολυελαίους να δίνουν λάμψη στο χώρο, σου έφτιαχνε τη διάθεση. Οι θαμώνες περισσότεροι λευκοί, συνομιλούσαν χαμηλόφωνα. Ποιος ξέρει πόσοι απ' αυτούς είχαν τις εταιρείες που εκμεταλλεύονταν το υπέδαφος της χώρας. Μια πλούσια χώρα να έχει λαό να πεινά! Τελικά οι αποικιοκράτες δεν έφυγαν ποτέ!

 Βρήκε δίπλα στην τζαμαρία ένα τραπέζι για εκείνον. Παρήγγειλε και άρχισε να τσιμπολογά. Κοιτούσε τη νύχτα έξω, που τα φώτα της πόλης της έδιναν εξωπραγματική θωριά. Τα δέντρα τριγύρω προκαλούσαν με το σκοτάδι τους μια ανατριχίλα. Θυμάται όλες τις συμβουλές που του έδωσαν και από την Πρεσβεία και οι φίλοι του. Το aids ξεκίνησε από την Κινσάσα του είπαν, να μην το ξεχάσεις. Επίσης του είπαν για βομβιστικές ενέργειες, του είπαν για παρανομία και βία, για δολοφονίες και βιασμούς.Του είπαν τόσα που ''αν είσαι λογικός θα κάτσεις εδώ που κάθεσαι '' ήταν η κατακλείδα τους. 

Δεν φοβόταν, αυτή είναι η αλήθεια. Αλλά και βράδυ να πάει πού; Καλύτερα να οργανωθεί και από αύριο θα ξεκινήσει.

Πήγε στο δωμάτιό του και πήρε τους οδικούς χάρτες του ξενοδοχείου. Τους μελέτησε καλά και  βρήκε την περιοχή που δήλωσε η βιολογική του μητέρα ότι θα βρίσκεται.

100 χιλ εκτός πρωτεύουσας, ναι, ήταν μακριά. Θα την έβρισκε εκεί;  Πώς θα την αναγνώριζε όμως; Και αν δεν ήθελε να τον συναντήσει; Αναστέναξε. Τώρα μπήκε στο χορό και καμιά αναστολή δεν έχει θέση.

Έπεσε για ύπνο. Έκανε έναν ύπνο ανήσυχο αλλά χωρίς όνειρα. Ή δεν θυμόταν ό,τι είδε. Τουλάχιστον δεν τον ξύπνησε κανένας εφιάλτης. Το πρωί πήρε πρωινό και βρήκε μεταφορικό μέσον για να πάει στην πόλη της μητέρας του. Δεν ξέχασε τις προειδοποιήσεις  για το ταξίδι του και για την επιβίωσή του, αλλά τώρα ήταν στο αμάξι και ακολουθούσε την κεντρική αρτηρία της πόλης. Προείχε να μη χαθεί, να έχει την προσοχή του σε εγρήγορση.  Χρειαζόταν σύνεση,το ήξερε δεν μπορείς να εμπιστευτείς το καθεστώς ενός στυγνού δικτάτορα,   που ξεπέρασε σε αγριότητες αυτές του Λεοπόλδου!

Συμπλοκές και συγκρούσεις μπορούσαν ανεξέλεκτα να συμβούν στη χώρα,  οποιαδήποτε χρονική στιγμή .  Μα ήταν Ευρωπαίος και ήταν καλοδεχούμενος μια και η Ευρώπη, αλλά και η Αμερική   στήριζαν τον Μομπούτου!

Άφησε πίσω τον υποτιθέμενο πολιτισμό και έπιασε την εξοχή. Ηρεμία και πράσινο. Χωματόδρομοι και λασπόνερα. Χωριά με πλινθόκτιστες καλύβες, με τούβλινα σπίτια μισοτελειωμένα ή μισοαρχινισμένα. Αυτοσχέδιες αγορές ξεφύτρωναν συχνά στην άκρη του δρόμου. Σε πάγκους ξύλινους ή κατάχαμα σε τεντόπανα αραδιασμένα τα προϊόντα . Αυτοκίνητα σταματούσαν όπου ήθελαν για να αγοράσουν   βότανα, κρέας ή λαχανικά. Παιδιά ξυπόλυτα επιδείκνυαν ό,τι πωλούσαν   στον οδηγό του κάθε αυτοκινήτου και η κίνηση σημειωτόν. Όσο προχωρούσε, την χαμηλή βλάστηση αντικαθιστούσαν χωράφια με ζαχαροκάλαμο. Ο καιρός ζεστός, πολύ ζεστός και δεν ήταν συνηθισμένος. Η άσφαλτος μεταβαλόταν σε χωματόδρομο και ξανά σε άσφαλτο, τα χωριά μαρτυρούσαν ζωή και κίνηση και η εξοχή με χαμηλή βλάστηση συνέχιζε μέσα στην κάψα του ήλιου.  Γυναίκες με τα εμπορεύματα στο κεφάλι προχωρούσαν στην άκρη του δρόμου.Μα η πιο ωραία διαδρομή ήταν όταν ο  δρόμος του  πέρασε μέσα από κατάφυτη περιοχή με πανύψηλα δέντρα που τα κλαδιά τους άνοιγαν την αγκαλιά τους στα ουράνια. Η απαρχή ενός δάσους πυκνού που ποιος ξέρει πόσα σπάνια ζώα το κατοικούσαν. Μα ο δικός του δρόμος οδηγούσε στην αντίθετη κατεύθυνση. Το εμφιαλωμένο νερό ήταν δίπλα του, αλλά ήδη είχε γίνει ζεστό και μάλλον ως να φτάσει στον προορισμό του,  θα έφτανε το σημείο βρασμού, έτσι ένιωθε.

Δυο ώρες ταξίδευε χωρίς να σταματήσει. Στα αριστερά του είδε μια ξύλινη πινακίδα. Μισοπεσμένη είναι η αλήθεια, αλλά είχε ενημερωθεί για τα οδοσήματα. Γι αυτό σταμάτησε να διαβάσει. Στα γαλλικά ήταν η ονομασία του χωριού. Εκεί που πήγαινε. Αυτός ήταν ο προορισμός του. Έστριψε αριστερά και πήρε τον χωμάτινο δρόμο σιγά σιγά, συναντώντας ζώα και αγρότες που μετέφεραν την παραγωγή τους. 

Τέρμα του δρόμου πλέον. Δεν προχωρούσε άλλο το αυτοκίνητο. Χωράφια απλώνονταν μπροστά του και δεξιά και αριστερά το ίδιο, σπαρμένα με χαμόσπιτα και κηπευτικά. Τώρα; 

Κατέβηκε και πλησίασε το ένα σπίτι. Ήταν ιδρωμένος, σκονισμένος, με τους παλμούς του να χορεύουν στο στήθος του.  Η κυρία με την πολύχρωμη  μαντήλα στο κεφάλι ,έβαλε το χέρι αντήλιο για να τον δει καλύτερα. Της είπε το όνομα που ζητά. Τον κοίταξε. Τον κοίταξε καλά. Ταράχτηκε. Τι είδε και ταράχτηκε; Έτρεξε μέσα φωνάζοντας σε μια διάλεχτο που δεν αναγνώριζε. Βγήκε μια μεγάλη γυναίκα που προχωρούσε αργά όχι εξαιτίας της ηλικίας της, αλλά μάλλον εξαιτίας του βάρους της.

Του μίλησε μα δεν κατάλαβε λέξη. Επανέλαβε το όνομα της μητέρας του. Άπλωσε το χέρι και άγγιξε το σημάδι του. Τα ‘χασε ο Όλιβερ. Τον κοίταξε καλά στα μάτια και του έκανε νόημα να την ακολουθήσει.

Εκείνη μπροστά και εκείνος πίσω. Πέρασαν μέσα από το χωράφι. Περπάτησαν  το ανοιγμένο χωμάτινο μονοπάτι.  Ανάμεσα από απλωμένα ρούχα που στέγνωναν. Ανάμεσα από κηπευτικά που ώριμα περίμεναν τη συγκομιδή. Κι άλλα πλινθόκτιστα σπίτια. Κι άλλες καλύβες άναρχα δομημένες, αν ήταν δόμηση αυτό.

Βγήκαν σε έναν τσιμεντένιο δρόμο. Δίπλα του ένα πετρόχτιστο σπίτι που ήθελε κι άλλες οικοδομικές εργασίες για να το πεις σπίτι, έστεκε εκεί και  τους περίμενε. Εκεί πήγαιναν το κατάλαβε. Και η κυρία του έκανε νόημα να περιμένει. Μερικά ξύλα ετοιμόρροπα ήταν ο φράχτης του. Και μια πορτούλα από σανίδες, που έπρεπε να τη σηκώσεις και να τη σπρώξεις για να ανοίξει, ήταν  η αυλόπορτα. Περίμενε ανυπόμονα. Άλλαζε στάση από το ένα πόδι στο άλλο. Να την είχε βρει; Να τον είχαν καταλάβει ή θα τον έστελναν από τον Άννα στον Καϊάφα;

Και τότε μια νέα γυναίκα ήλθε μπροστά του. Τον κοιτούσε καλά. Την κοιτούσε κι εκείνος.  Ήταν μια ψηλή γυναίκα, νέα, καλοστεκούμενη αλλά όχι μαύρη. Μιγάδα μάλλον με μαύρα μαλλιά που έπεφταν στο μέτωπό της και γύρω από τους ώμους της. Ντυμένη με ένα πολύχρωμο φόρεμα καλοκαιρινό και ξυπόλυτη. Ανάσαινε γρήγορα και συνέχιζε να τον κοιτάζει αμίλητη. 

''Μιλάς Ιταλικά;'' τον ρώτησε σιγανά

Θεέ μου αυτή είναι, τη βρήκε. Έκανε ένα βήμα πίσω. Βρήκε τη γυναίκα που τον γέννησε. Τη γυναίκα που δεν έψαξε ποτέ να τον βρει. Τα χείλη της έτρεμαν. Εκείνος είχε στυλώσει τα μάτια του στα δικά της. Το δέρμα του ήταν πιο ανοικτό από το δικό της. ''Όχι δεν μιλώ της είπε στα γαλλικά''

''Έλα πέρασε ''του απάντησε στα γαλλικά. Με καλή προφορά.  Προχωρούσε μπροστά, αλλά το κεφάλι της το γύριζε συχνά πυκνά και τον κοιτούσε. Σαν για να βεβαιωθεί ότι δεν ονειρεύεται, σαν να μην πιστεύει τι βλέπει.

Η αυλή ήταν απλωμένη κάτω από τα δέντρα. Κότες έτρεχαν αμέριμνες εδώ κι εκεί. Και γλάστρες, γλάστρες μικρές ή μεγάλες, σπασμένες ή γερές γεμάτες χώμα και άνθη. Μια ηλικιωμένη γυναίκα ήταν όρθια και περίμενε. Τον κοίταξε με μάτια που έλαμπαν. Πήγε κοντά. ''Κοίτα,'' του είπε σε μια διάλεχτο που δεν κατάλαβε. Η νέα γυναίκα την διόρθωσε να μιλά στα Γαλλικά . Σήκωσε το βλέμμα στο σημάδι της πάνω από τα φρύδια. Ίδιο με το δικό του. Το άλμπατρος. Το ίδιο έκανε και η νέα γυναίκα. ''Αντζελίκ είναι το όνομά μου ''του είπε. '' Κι έχω κι εγώ το ίδιο σημάδι''. Σήκωσε τα μαλλιά της για να του το αποδείξει. Να το. Τρία άλμπατρος σ'αυτήν την αυλή. Το οικογενειακό τους άλμπατρος. 

Κανείς δεν μιλούσε για αρκετή ώρα. Κοιτάζονταν σιωπηλοί, ενώ η γηραιά κυρία, η μόνη μαύρη στην αυλή, έκλαιγε. Τρεις άνθρωποι, τρία χρώματα δέρματος, τρεις διαφορετικές ζωές, τρία άλμπατρος,  τρεις καρδιές που χτυπούσαν στον ίδιο ρυθμό. Αυτή είναι η οικογένειά του, ναι αυτή είναι, τους βρήκε!


                                       
                              
7.    Πριν 45 χρόνια

         

            Όταν η Λέα έμεινε έγκυος από τον αγαπημένο της, ήταν στα 20 της χρόνια. Οι γονείς της τρομοκρατήθηκαν γιατί στις ερωτήσεις τους ποιος είναι ο πατέρας εκείνη απαντούσε με μισόλογα. ''Πες βρε τρελή μπας και είναι άποικος; Πες μας, μην μας σκας. Όταν γεννηθεί το μπασταρδάκι σου θα το καταλάβουν από το χρώμα του. Θες μπλεξίματα; Θες να τιμωρηθείς; Θες να τιμωρηθούμε όλοι; '' Και τότε η Λέα το ομολόγησε με σβησμένη φωνή και βάζοντας την αγάπη προξενήτρα. Θύμωσαν; Φυσικά και θύμωσαν πάρα πολύ, αλλά και φοβήθηκαν. Όλα αυτά εκτονώθηκαν με το ξύλο που εισέπραξε από τον πατέρα της, και  μετά την πήραν και φύγανε για το χωριό. Αυτό που ζει ως τα σήμερα. ''Εδώ γέννησα την Αντζελίκ μου με  βοηθό τη μάνα μου.  Ο πατέρας μου εξακολουθούσε να δουλεύει στους αποίκους, αν και υπήρχε νόμος που απαγόρευε να εργάζεται ντόπιος στους επιχειρηματίες Βέλγους χωρίς τη θέλησή του και ο πατέρας μου δεν ήθελε, αλλά έβρισκαν πάντα τρόπο να σε αναγκάσουν.  Ήταν το '46 που γεννήθηκε το κοριτσάκι μου και αμέσως είδαμε ότι δεν θα έχει μαύρο δέρμα. Προσπαθούσα να την κρατήσω μέσα, μακριά από τα βλέμματα, μα οι τρισκατάρατοι πώς το έμαθαν; Ήλθαν  μια μέρα με ένα φορτηγό και μάζευαν τα παιδιά που ήταν μιγάδες. Στρατιώτες με όπλα και με εντολή της Βελγικής κυβέρνησης. Το πήραν το κοριτσάκι μου μαζί με άλλα παιδιά. Πώς το έμαθαν ότι εδώ στην άκρη του χωριού ζούσε η κόρη μου; Κάποιος καλοθελητής θα το πρόδωσε. Ξέρεις πόσοι  έγιναν σπιούνοι, να καταγγέλλουν, ντόπιοι τους ντόπιους, για χρήματα; ''

Του τα διηγόταν  γρήγορα, με μια ανάσα, θαρρείς και τα ξαναζούσε.

''Έκλαιγα για μερόνυχτα, ρωτούσα αν ξέρουν τι τα κάνουν τα παιδιά. Με τη φαντασία μου ξυπνούσαν διηγήσεις παππούδων για κομμένα μέλη. Είχα εφιάλτες και σιχτίριζα τον εαυτό μου που πίστεψα στην αγάπη του Βέλγου. Δεν γινόταν να κάνω κάτι... δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Η μάνα μου πέθανε στον ύπνο της από στενοχώρια πιστεύω, γιατί είχε αγαπήσει την εγγονή της. Τον πατέρα μου δεν τον ξαναείδα. Έμαθα ότι χάθηκε εκεί στις φυτείες δουλεύοντας, χωρίς να μας ενημερώσει κανείς.

Έμεινα εδώ, δουλεύοντας όπου έβρισκα και γερνούσα παρέα με τις αναμνήσεις μου και τον πόνο μου.''

Η γιαγιά του σκούπισε τα δάκρυά της. Σταμάτησε να μιλά και κοίταξε την κόρη της . Ήταν σειρά της Αντζελίκ να μιλήσει... μα δίσταζε. Η μάνα της, της έπιασε το χέρι και την παρότρυνε. ''Ήλθε τόσο δρόμο παιδί μου πρέπει να ξέρει την αλήθεια'' Και η  ιστορία συνεχίστηκε 

                                 


                                    
 8.  Οι    Μέτις

                         

            ''Στα 4 μου χρόνια,    βρέθηκα μαζί με άλλα παιδιά μακριά από τη μάνα μου. Φοβόμουν και έκλαιγα. Δεν μπορώ να σου περιγράψω με ακρίβεια τα πάντα,δεν τα θυμάμαι όλα ήμουν πολύ μικρή, μα δεν θα ξεχάσω ποτέ το φόβο μου, τα κλάματά μου και τις φωνές των στρατιωτών για να σταματήσουμε. Υπήρχαν και μικρότερα παιδιά, αλλά και μεγαλύτερα. Ένα παιδομάζωμα  από  παιδιά Βέλγου πατέρα και Κογκολέζας μάνας. 

Θυμάμαι το μέρος που έζησα. Σε μια  ιεραποστολή, κάπου στην Ευρώπη. Μεγαλώνοντας ρωτούσαμε πού είμαστε αλλά απάντηση δεν πέρναμε. Αργότερα έμαθα ότι ήμασταν στα περίχωρα του Βελγίου. Μαζί με 10 κορίτσια μείναμε εκεί σε ένα χώρο που δεν θα τον έλεγες ανθρώπινο. Τα χρόνια περνούσαν με διδαχές, μαθήματα και δουλειές, πολλές δουλειές για τα μικρά μας σωματάκια. Κάναμε μαθήματα σχολείου κάποιες ώρες και κοιμόμασταν όλα μαζί σε στρώμματα καταγής, σε ένα κτίσμα τσιμεντένιο, κρύο  και γυμνό.Το φαγητό, θυμάμαι μεγαλώνοντας,   ήταν απαίσιο και αλίμονό σου αν δεν το έτρωγες. Έμενες νηστικός όλη μέρα.

 Θυμάμαι κυρίως να μας μιλάνε οι καλόγριες και ο ιεραπόστολος κάθε μέρα για την αμαρτία που δήλωνε η παρουσία μας. Ο διάβολος, μας έλεγαν, μας έδωσε αυτό το χρώμα. Γιατί είμαστε παιδιά της αμαρτίας. Ούτε μαύρο δέρμα, ούτε λευκό. Είναι η τιμωρία του Θεού για την παρουσία μας στη γη. Είστε οι Μέτις, έλεγαν όχι μιγάδες, Μέτις! Και το ''Μέτις'' ήταν ο μιγάς με προσβλητική χροιά. Το έμαθα αργότερα.

Αυτά τα λέγανε κάθε μέρα όλα τα χρόνια ως τα 14 μου. Ίσως και να το είχαμε πιστέψει. Δεν κατανοούσαμε γιατί είχαμε αυτό το χρώμα, δεν κατανοούσαμε γιατί ο Θεός να θέλει να μας τιμωρήσει, αλλά δεν φέρναμε αντιρρήσεις.

Ξεχωριστά κάναμε μάθημα από άλλα παιδιά, ορφανά κυρίως που ήταν μαύρα και ξεχωριστά εκκλησιασμό. Τα αμαρτωλά δεν έπρεπε να συγχρωτίζονται με τα ορφανά 

Πέρασαν έτσι 10 χρόνια. Το 1960, μια μέρα ξαφνικά, είδαμε την ιεραποστολή να διαλύεται. Μοναχές και ιεραπόστολοι τα μάζεψαν και έφυγαν. Δεν μάθαμε γιατί. Κι εμείς ; Μαντρωμένες εκεί.  Ήμασταν μόνο κορίτσια. Αν και πιστέψαμε ότι ίσως μας αφήσουν ελεύθερες, φοβόμασταν γιατί δεν είχαμε πού να πάμε. Δεν ήξερα ούτε το όνομα  της μάνας μου.Το είχα ξεχάσει.

Με το που έφυγαν αυτοί οι άχρηστοι της εκκλησίας, ήλθαν πολιτοφύλακες. Είπαμε και εμείς ότι θα μείνουν να μας προσέχουν. Σε ξένο τόπο ήμασταν, πώς θα ζούσαμε μόνα;

Μα αυτοί οι άτιμοι από την επόμενη ημέρα άρχισαν να παίζουν με όλα τα κορίτσια και με εμένα φυσικά. Ήθελαν, μας έλεγαν, να μάθουμε πώς γεννιούνται τα παιδιά. Μας ζητούσαν να βγάλουμε τα ρούχα μας, αλίμονο αν αρνιόμασταν, και να ανοίξουμε τα πόδια μας. Μας έβαζαν κεριά για να μας δείξουν πώς γεννιούνται και από πού τα παιδιά. Τελικά μας μάθανε και πώς γίνονται τα παιδιά. Ο ένας πίσω από τον άλλο, κάθε μέρα βιασμοί. Κάθε μέρα άκουγες κλάματα και μαζεμένες μετά όλες μας, τρέμαμε από φόβο. Γιατί ήταν άγριοι, ήταν βίαιοι βιαστές.

Τελικά- και δεν ήμουν η μόνη-, άρχισε να φουσκώνει η κοιλιά μου. Και να ακούω τους χαμένους να κοροϊδεύουν όσες από μας περιμέναμε παιδί. Ζάρια ρίχνανε ποιος είναι ο πατέρας της κάθε μιας και γελούσαν οι ανώμαλοι! Μια μέρα μας ζήτησαν να ετοιμαστούμε. Θα φεύγαμε από εκεί, είπαν. Ήλθαν κι άλλοι, της κυβέρνησης μάλλον, που περιεργάζονταν τις κοιλιές μας και έριχναν βλέμματα στους βιαστές. Αλλά  μας χώρισαν,  μας μοίρασαν σε διάφορα ορφανοτροφεία. Εγώ πήγα στην πρωτεύουσα. Με πήγαν κατευθείαν νοσοκομείο. Σε δυο μέρες μετά από πόνους πολλούς,  με έβαλαν να γεννήσω.

Σε γέννησα εύκολα, αλλά δεν σε είδα. Μου είπαν ότι γέννησα  αγόρι, αλλά δεν σε είδα ούτε μια φορά. Θα σου πω την αλήθεια μου όμως. Δεν ήθελα να σε δω. Με ρώτησαν και είπα όχι, αρνούμαι να το δω το μωρό. Όχι, φώναζα, δεν είναι  δικό μου. Δεν σε ήθελα. Ζητώ συγνώμη, γιατί  τώρα ξέρω ότι τα παιδιά δεν φταίνε να πληρώνουν σφάλματα των γονιών τους, αλλά ήσουν ένα βάρος και μια υπενθύμιση του τι έκαναν στο κορμί μου αυτοί οι αχρείοι.'' Η φωνή της έσβησε με ένα λυγμό που προσπάθησε να κρύψει.

Και ο Όλιβερ; Αμίλητος και χλωμός, έμενε ακίνητος.

Η Αντζελίκ συνέχισε. ''Με υιοθέτησαν, όπως θα ξέρεις, αυτό το ζευγάρι από την Ιταλία. Οι Αντονιάνι. Δεν θέλανε το μωρό όμως, ούτε και εγώ το ήθελα και με πήραν στην Ιταλία. Δεν μου άλλαξαν το όνομα και σ' αυτούς έμαθα και το επίθετό μου. Σημάδι ότι τα χαρτιά που υπέγραψαν στο Βέλγιο είχαν όλων μας τα στοιχεία. Μας ήξεραν.

Η κυρία Αντονιάνι, η κυρία Κάρλα όπως τη φώναζα, ήταν ασθενικής κράσης και ήθελε συντροφιά ένα μεγάλο κορίτσι να την βοηθάει και να της κάνει παρέα. Ο σύζυγός της, ευκατάστατος έμπορος, ταξίδευε συχνά και ήταν ήσυχος που ήμουν εγώ στο σπίτι τους. Για να πω την αλήθεια, ήταν η πρώτη φορά που με πρόσεχαν και με φρόντιζαν όπως κι εγώ εκείνους. Ειδικά την κυρία Κάρλα. Πήραν δάσκαλο να συνεχίσω το σχολείο που ξεκίνησα στην Ιεραποστολή. Με μάθανε καλά Γαλλικά και Ιταλικά και στο τέλος με έστειλαν να γίνω νοσοκόμα. Θα της ήμουν χρήσιμη της κυρίας Κάρλας, αλλά δεν πρόλαβε να απολαύσει τις υπηρεσίες μου γιατί πέθανε. Μετά από δυο χρόνια πέθανε και ο άντρας της σε κάποιο ταξίδι από κάποια ασθένεια τροπική. Έμεινα η κληρονόμος τους, ιδιοκτήτρια του σπιτιού τους και αρκετών χρημάτων. Δεν είχαν συγγενείς, έτσι, μετά από λίγα χρόνια,  πούλησα το σπίτι και έψαξα για τη μάνα μου. ''

Πήρε μια βαθιά ανάσα και σήκωσε το κεφάλι να κοιτάξει τον Όλιβερ. 

Εκείνος δυσκολευόταν να  ανασάνει καλά. ''Πρέπει να φύγω '' τους είπε χωρίς τίποτε άλλο. ''Θα ξανάρθεις;'' ρώτησε η γιαγιά. Μα απάντηση δεν πήρε.


Συνεχίζεται...

Σημ: Οι εικόνες είναι από το διαδίκτυο και τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς τους

28 σχόλια:

  1. Εντάξει τα διάβασα όλα με μια ανάσα.
    Εντυπωσιακό!
    Μου άρεσε πολύ που έχεις αναμείξει όντως κομμάτια ιστορίας με μυθοπλασία, ειδικά σε αυτά τα κεφάλαια ήταν ακόμα πιο έντονο σαν χαρακτηριστικό!
    Μου άρεσε ο τρόπος που προχωράει, ήταν αβίαστος λες και από μόνη της η ιστορία δήλωνε πως θέλει να ειπωθεί!
    Γενικά ωστόσο τα συναισθήματα που μου δημιούργησε ήταν αρκετά ανάμεικτα.
    Από την αρχή με το θάνατο, το γράμμα, την αλλαγή, την εξιστόρηση.
    Ξέρεις, τίποτα δεν ήταν ακριβώς χαρά όπως άλλωστε συμβαίνει πολλές φορές και με την ίδια τη ζωή.

    Πολύ ωραίος ο παραλληλισμός με τα άλμπατρος, έβλεπα κι εγώ πριν καιρό ένα ντοκιμαντέρ γι αυτά και είχα εντυπωσιαστεί που μένουν με το ίδιο τέρι μέχρι το τέλος και μου φάνηκε πολύ τρυφερό που κατάφερες να γεννήσεις μια ολόκληρη ιστορία μέσα από αυτό.

    Επίσης ρε συ Άννα, έκανες πολύ ωραία έρευνα νομίζω για την όλη κατάσταση και ατμόσφαιρα, διαβάζοντας έπιασα τον εαυτό μου να σκέφτεται πως έχει πολύ ωραίες και στοχευμένες αναφορές (τουλάχιστον στα μάτια μου, οπότε και αυτό κάποια επιτυχία είναι!)

    Μπράβο, ανυπομονώ να δω την αντίδραση του!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εντυπωσιακό το σχόλιό σου Νικολέτα μου
      Πρώτα θα πω ευχαριστώ πολύ για τα τόσα θετικά σου σχόλια για τη γραφή και θα σου πω επίσης γιατί το βρήκα εντυπωσιακό.
      1)η ιστορία που εμπνεύστηκα διαβάζοντας την ειδησεογραφία για τις μηνύσεις των μιγάδων του Κονγκό στο Βελγικό κράτος και ψάχνοντας ως μαζοχίστρια που είμαι όλα τα σχετικα΄της αποικιοκρατίας, ήθελε να ειπωθεί όντως. Βγήκε αβίαστα λες και ήταν αληθινή.
      2) Δεν προκαλεί χαρά αυτή η αλήθεια που έμαθε ο ήρωας ούτε ακριβώς λύπη, είναι όπως στη ζωή, κατανόηση για τη θύελλα συναισθημάτων που βιώνει ο Όλιβερ
      3)Τα Άλμπατρος με ενέπνευσαν γιατί κι εγώ εντυπωσιάστηκα που μένουν με το ίδιο ταίρι
      4)Έκανα έρευνα ως και βίντεο με οδοιπορικό στο Κονγκό είδα και χαίρομαι που επεσήμανες τις αναφορές και είναι στοχευμένες όντως.
      Σ'ευχαριστώ πολύ
      Την παρασκευή η αντίδραση του Όλιβερ

      Διαγραφή
  2. Ούτε να χωρέσει το μυαλό μου, πως ένιωθαν αυτά τα κορίτσια. Πως μπορεί τέτοια αγριότητα να χωρά στην ανθρώπινη ιστορία.
    Συγκλονιστική η σκηνή της πρώτης συνάντησης, καθώς και η έξοδος του Όλιβερ.
    Φτάσαμε σε ένα κομμάτι βαθιά συναισθηματικό και γεμάτο αλήθεια.
    Γιατί ο Όλιβερ, ήρθε αντιμέτωπος με την πικρή ταυτότητα του. Η Αντζελίκ, το ίδιο και γέμισε και με αναμνήσεις απ' όσα άδικα και τρομερά βίωσε.
    Άννα μου χειρίστηκες απίστευτα τις σκηνές (και τις στιγμές) με σεβασμό, με πληροφορίες. Και μας έχτισες αριστουργηματικά το σκηνικό. Λες και κρυφοκοιτάμε από μια γωνιά τη ζωή τους.
    Μπράβο σου!
    Αναμένουμε τη συνέχεια!
    Φιλί γλυκό!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ποιος λογικός νους μπορεί να χωρέσει τέτοιες αγριότητες Μαρίνα μου;
      Χαίρομαι που σου αρέσει αλήθεια λέω. Κοκκινίζω λίγο και καμαρώνω
      Ο Όλιβερ μαθαίνει την αλήθεια και συγκλονίζεται. Στο επόμενο η αντίδρασή του.
      Σ'ευχαριστώ πολύ Μαρίνα
      Και ναι αυτό ήθελα σαν να κρυφοκοιτάμε τη ζωή τους
      Φιλιά πολλά μάτια μου

      Διαγραφή
  3. Αγαπημένη μου, καλημέρα!
    Είχα παρατηρήσει και ξεκινήσει το διηγήμά σου από το κινητό!
    Ειχα δει στο φεισ την πρωτη αναρτηση, μπηκα για λιγο και τελικα δεν μπορουσα να βγω και ξερεις ποσο δυσκολο ειναι να διαβασεις απο το κινητο αλλά κολλησα και ηθελα τοσα να σου γραψω αλλα δεν μπορουσα απο εκει και σημερα ηρθα εδω για να σου πω οτι οτι ειναι τελειο! και ανυπομονω για τη συνεχεια!
    η λογοτεχνικη σου πλοκη ειναι εξαιρετικη, ο υφος και η τεχνικη που ακολουθεις που θυμιζει σπουδαια συγγραματα και μεγαλους δημιουργους.
    φυσικα και θα εστιασω για ακομη μια φορα στους ηρωες, ως προς ονοματα, παρουσιαση, δραση, ολα εξαιρετικα, σου δημιουργουν αμεσο ενδιαφερον
    το οτι συγκεντρωνεις και τοσα στοιχεια μεσα στο έργο σου, νιωθω σαν να διαβαζω συγχρονως και εγκυκλοπαιδεια, μαθαινω ιστορια μεσα απο μια ιστορια!
    εισαι τελεια! ειλικρινα!
    ειμαι ενθουσιασμενη μαζι σου!
    και παντα, σε αγαπω!

    φιλια πολλα!
    αναμενουμε

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ω Κική μου ταλαιπωρήθηκες να διαβάσεις καταλαβαίνω αλλά μη μου αγχώνεσαι. Οι συνέχειες παραμένουν εδώ για όποτε έχεις καιρό.
      Χαίρομαι αφάνταστα όμως που τα κατάφερες να με διαβάσεις.
      Και αυτό το ''τέλειο '' που μου γράφεις είναι το καλύτερο δώρο για μένα. Σημαντικότατη η κριτική σου ματιά το ξέρεις.
      Σ'ευχαριστώ πολύ και τέλεια δεν είμαι αλλά μ'αγαπάς το ξέρω
      Κι εγώ επίσης
      Φιλιά πολλά
      Την παρασκευή η συνέχεια

      Διαγραφή
  4. Συγκλονιστική η εξέλιξη της ιστορίας σου Άννα μου γεμάτη με ιστορικά στοιχεία και με την συγκίνηση της πρώτης επαφής του Όλιβερ με την μητέρα του και την γιαγιά του,δοσμένη με λογοτεχνική μορφή που σε καθηλώνει.Γνωρίζουμε έτσι τον τρόπο ζωής των ντόπιων κατοίκων καθώς και τα αισχρά βασανιστήρια και τους βιασμούς που υπέστησαν τα κορίτσια μιγάδες.
    Περιμένω με αγωνία και με μεγάλο ενδιαφέρον την συνέχεια.
    Είναι σαν να διαβάζω ένα κλασσικό βιβλίο εποχής.
    Φιλιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μαρία μου σ'ευχαριστώ πολύ. Αν κατάφερα να σε καθηλώσει το διήγημά μου τότε καμαρώνω ξέρεις.
      Ναι ο ήθελα αυτό να γνωρίσουμε και αληθινά στοιχεία για ένα λαό. Έτσι σχηματίζεις γνώμη και το φανταστικό μέρος του διηγήματος παίρνει αληθοφάνεια
      Την παρασκευή η συνέχεια
      Κλασσικό βιβλίο εποχής; Ε τώρα είναι που χειροκροτώ από τη χαρά μου
      Φιλάκια

      Διαγραφή
  5. Άννα μου εκπληκτική και η συνέχεια. Όλο αυτο το συναισθηματικό βάρος των γεγονότων αποτυπώνεται στο κείμενο με ακρίβεια και μπορούμε να νιώσουμε και μεις. Συγχρόνως οι αναφορές στα πραγματικά γεγονότα απαραίτητες. Το 6ο κεφάλαιο ξετυλίγεται μοναδικα και το 8ο αποκαλύπτει μια σκληρή πραγματικότητα.
    Τα συγχαρητήριά μου Άννα μου. Καλή συνέχεια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γιώργο μου για να λες εσύ εκπληκτική η συνέχεια τότε θα πει ότι τα κατάφερα τουλάχιστον ως εδώ. Χαίρομαι χαίρομαι πολύ δεν με βλέπεις αλλά εχω ένα χαμόγελο τεράστιο με τα λόγια σου τα τόσο θετικά. Ναι τα ιστορικά στοιχεία έκρινα απαραίτητο να δοθούν αφενός για την αλήθεια της φανταστικής διήγησης και αφετέρου για την αληθοφάνεια της πλοκής που είναι μυθοπλασία
      Σ'ευχαριστώ πολύ πολύ

      Διαγραφή
  6. Στο 6ο κεφάλαιο Άννα μου, οι ταξιδιωτικές σου περιγραφές αναδεικνύουν το διήγημά σου ως ένα υπέροχο οδοιπορικό με σαφέστατα ρεαλιστικά στοιχεία. Μαζί με την ιστορία όλο αυτό φανερώνει τη δουλειά που έχεις κάνει και είναι αξιέπαινη. Η δύναμη της περιγραφής του περιβάλλοντος γύρω καθώς ο Όλιβερ προσεγγίζει το χωριό είναι πραγματικά θαυμάσια και λες και είμαστε μαζί του σε αυτό το ταξίδι.
    Η σκηνή της αναγνώρισης είναι γεμάτη συγκίνηση. Η συμβολική αναφορά στα τρία άλμπατρος είναι το επιστέγασμα μιας ρημαγμένης οικογένειας που σμίγει ξανά μετά από τόσα χρόνια.
    Όταν η Λέα, η γιαγιά του, θα ανοίξει το στόμα της, στο 7ο κεφάλαιο για να μας πάει 46 χρόνια πριν, τότε μας δίνεις όλο εκείνο το δράμα του πληθυσμού εκείνης της μαρτυρικής χώρας. Η αρπαγή των παιδιών τραγικό φαινόμενο και η Αντζελίκ ξαφνικά αποκομμένη.
    Τέλος, πάμε στο κεφάλαιο 8, στους "Μέτις". Εδώ κορυφώνεις με τρόπο ανατριχιαστικό αυτό το δράμα που πρώτη φορά εγώ το διαβάζω σε μυθοπλασία Άννα μου! Που ακούστηκε άνθρωποι του ...Θεού, της ιεραποστολής να βαφτίζουν μιγάδες παιδιά ως ...δαίμονες και να τα γεμίζουν ενοχές. Βασανιστές της ψυχής. Για να δώσουν τη μαύρη σκυτάλη στους βασανιστές του στρατού. Στρατόπεδα συγκέντρωσης δηλαδή καλή μου φίλη. Έτσι ήρθε στον κόσμο ο Όλιβερ.
    Το σοκ είναι τέτοιο που ναι, τον καταλαβαίνω αληθινά στον τρόπο που αντιδρά. Και τώρα μας αφήνεις με την αγωνία. Έμαθε, συνειδητοποίησε. Τι θα κάνει; Πως θα αντιδράσει;

    Υποκλίνομαι σε αυτό σου το έργο καλή μου φίλη με όλη μου την καρδιά. Ένα μεγάλο μπράβο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Γιάννη μου όσα περιγράφω τα είδα σε οδοιπορικό βίντεο στο Κονγκό. Ναι έκανα έρευνα αλλά έτσι πρέπει σωστά; Χαίρομαι αν κατόρθωσα να σε βάλω δίπλα στον Όλιβερ στο αμάξι....
      Συγκίνηση και σοκ θα έλεγα μαρτυρά η συνάντηση μάνας γιου. Και γιαγιάς βεβαίως που δεν κρύβει τη συγκίνησή της
      Όσο για το τι πέρασαν μαρτυρίες είναι αληθινές των ίδιων γυναικών που είχαν βιώσει απαγωγή και απομάκρυνση από την πατρίδα τους και το σπιτι τους
      Ναι αυτό σκέφτηκα και εγώ στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά φοβερό ε; Η αντιμετώπιση της εκκλησίας. Να χαρώ εγώ ανθρωπισμό!!!
      Την Παρασκευή η συνέχεια για να μην έχετε πολύ αγωνία
      Σ'ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου
      Να σαι καλά

      Διαγραφή
    2. Ο καθολικισμός και το Βατικανό βαρύνονται με γενοκτονίες (Λατινική Αμερική και Αφρική) και έχουν να απολογούνται για αιώνων εξοντώσεις. Είναι πραγματικά ζοφερό να κατηγορούν άλλες θρησκείες και δόγματα προβάλλοντας τη δική τους "καθαρότητα".
      Ναι, ταξίδεψα με τον Όλιβερ, ήταν σαν να έβλεπα ένα ντοκιμαντέρ σε εκείνα τα μέρη. Τα έχεις αποδώσει εξαιρετικά Άννα μου.

      Διαγραφή
    3. Ναι πραγματικά πολλά αμαρτήματα ακόμη και σύγχρονα βαραινουν την Κ Εκκλησία. Τουλάχιστον εκ των υστέρων λένε και καμιά συγνώμη. Παίρνουν και συγχωροχάρτι δικό τους εύρημα και έχουν ήσυχη συνείδηση.

      Διαγραφή
  7. Ειλικρινά έχω μείνει άναυδη πόσα έμαθα μέσα από την ιστορία σου για τα ιστορικά συμβάντα και για το πόσες πράξεις έμειναν στη κυριολεξία ατιμώρητες απλά να τις αναφέρει η ιστορία και να γεννούν ντροπή για την ανθρώπινη ράτσα, τι πέρασαν και τι περνούν κι άλλοι με άλλους τύραννους στο κεφάλι τους. Θεέ μου θυμώνω και εκστασιάζομαι από την ιστορία σου. Μου γεννά τόσα συναισθήματα που νοιώθω πως ανακαλύπτω τις ρίζες μου, βιάζομαι, πονώ, απελπίζομαι, βυθίζομαι στο σκοτάδι, προδίδομαι! Μπράβο Άννα μου μπράβο! Φιλιά πολλά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Άναυδη έχω μείνει και εγώ από όσα διάβασα και σας τα μετέφερα εν συντομία φυσικά. Πάντα οι άνθρωποι οι αδύναμοι, οι λαοί γενικά έχουν περάσει τα πάνδηνα.
      Σ'ευχαριστώ πολύ Μαίρη μου

      Διαγραφή
  8. Γερούς κραδασμούς στην ψυχή μας η συνέχεια του διηγήματός σου Άννα μου, από εικόνες, πληροφορίες, ιδιαίτερα από τη συνάντηση μάνας-γυιού. Οι περιγραφές σου συγκλονιστικές και από τις φρικαλεότητες των «ισχυρών» την εξιστόρηση των γεγονότων, αλλά και της αφρικάνικής γης.
    Μπράβο Άννα μου! Υπέροχο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Έτσι έτσι γεροί να είναι οι κραδασμοί να νιώθουμε ζωντανοί. Σ'ευχαριστώ Αννίκα μου Χαίρομαι πολύ αν κατάφερα να νιώσεις τα τοπία αλλά και τα βιώματα των ηρώων
      Να σαι καλά και την Παρασκευή να ξέρεις η συνέχεια.

      Διαγραφή
  9. Αννα μου καλησπέρα !! Διάβασα όλα τα κεφάλαια μαζί σήμερα που έχω λίγο χρόνο αν και δεν είμαι ειδικός, ομολογώ ότι λατρεύω τα ιστορικά μυθιστορήματα !! Οι περιγραφές σου είναι πολύ εντυπωσιακές και ταυτίζομαι σε κάποια σημεία έχοντας ζήσει σε τέτοια μέρη . Τα βιώματα μου συναντήθηκαν στις περιγραφες των τοπίων και των σπιτιών . Τελικά αβίαστα έρχεται η ροή της γραφής σου !! Καλή συνέχεια !!
    Υ.Γ. Σχετικά με την υγεία της κόρης μου που με ρώτησες , να σου πω ότι είναι σε καλό δρόμο , μετά το εξάμηνο θα γνωρίζουμε καλύτερα !! Σε φιλώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Νικόλ μου
      Πρώτα από όλα χαίρομαι που πάνε καλά τα θέματα υγείας με την κόρη σου. Εύχομαι και με τη λήξη του εξαμήνου μόνο καλές ειδήσεις να πάρετε.
      Για το διήγημα τώρα, χαίρομαι που ταυτίζεσαι που κατανοείς το χώρο και τους ήρωες.
      Σ'ευχαριστώ πολύ
      Αύριο η συνέχεια
      Τα φιλιά μου

      Διαγραφή
  10. Διάβασα τις συνέχειες μόλις τις ανάρτησες, αλλά τώρα βρήκα χρόνο να σχολιάσω.
    Είχα στο μυαλό μου την ιστορία σου συνέχεια.
    Με συγκίνησε και με συγκλόνισε.
    Ακολούθησα τον Όλιβερ στο ταξίδι του και στην αγωνία του.
    Πόσα έχουν τραβήξει αυτοί οι άνθρωποι.
    Από τους φίλους μου, που σου ανέφερα, ειχα ακούσει κι άλλες φρικαλεώτητες για τον τότε άρχοντα, αλλα6δεν θέλω να τις αναφέρω.
    Περιμένω να δω πού θα καταλήξει η ιστορία σου.
    Φιλάκια πολλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ'ευχαριστώ Ρένα μου που είσαι εδώ και με διαβάζεις παρ΄όλες τις ασχολίες σου.Με τιμά τόσο η προσοχή σας και σε αυτήν μου την προσπάθεια.
      Ναι οι άνθρωποι έχουν τραβήξει πολλά και εγώ έχω διαβάσει φρικαλεότητες -θαυμάσια λέξη και την έψαχνα- που έχουν υποστεί οι άνθρωποι και ακόμη υφίστανται
      Και χαίρομαι που σ'αρέσει αυτό το ταξίδι του Όλιβερ
      Αύριο η συνέχεια και κοντεύει ξέρεις
      Φιλιά πολλά

      Διαγραφή
  11. Ω, σίγουρα κάτι ωραίο έχει γεννηθεί εδώ! Δεν σου κρύβω όμως Αννούλα, ότι δεν έχω βρει το χρόνο να σε διαβάσω. Με έχει απορροφήσει πολύ ένα (ακόμα) βιβλίο που διαβάζω αυτό τον καιρό. Ελπίζω να βρω τον κατάλληλο χρόνο και να μπω κι εγώ στην παρέα. Να είσαι καλά, και να γράφεις όμορφα, όπως πάντα!🌸🌺🌷

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πέτρα μου μην πιέζεσαι. Αν μπορεσεις και όποτε μπορέσεις θα χαρώ πολύ να είσαι στην παρέα μας και να μάθω τη γνώμη σου γι αυτό το διήγημα
      Σ'ευχαριστώ πολύ

      Διαγραφή
  12. Άννα μου δεν σου κρύβω πως αυτή η συνέχεια μου άφησε ένα κόμπο στο λαιμό. Δεν το χωράει ο νους τι θηριωδίες μπορεί να κάνει ο άνθρωπος όταν νιώσει πως έχει το πάνω χέρι.
    Περιμένω την συνέχεια!
    Φιλιά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ε ναι λογικό Ελένη μου να νιώσεις τον κόμπο στο λαιμό. Φοβερά πράγματα, φοβερά και τα έκαναν και κάνουν παρόμοια άνθρωποι σε άνθρωπο. Δεν το χωράει ο νους
      Αύριο η συνέχεια
      Ευχαριστώ θερμά που είσαι εδώ
      Φιλάκια

      Διαγραφή
  13. Οσο προχωράς την ιστορία σου Αννιώ μου τόσο πιο μέσα μας βάζεις στην περιπέτεια που μπήκε ο ήρωάς σου να ψάξει να βρει τις ρίζες του, διανθίζοντας τη από ότι καταλαμβάνω και με αληθινά ιστορικά γεγονότα, που δεν γνωρίζουμε... όλα όσα δένουν αυτήν την αναζήτηση ελπίζω να φέρουν την γαλήνη στην ψυχή του Όλιβερ...
    Εσύ όμως είσαι που κινείς τα νήματα αυτής της ιστορίας, οπότε θα δώσεις και το τέλος που θέλεις!!
    Αναμένουμε με αγωνία...καλο σου ξημερωμα και καλή συνέχεια ...φιλιαααα!! ❤

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι που είσαι κι εσύ εδώ στην παρέα μας και ελπίζω να απολαύσεις και τη συνέχεια. Θα δούμε τι θα γίνει παρακάτω. Και τα ιστορικά στοιχεία είναι η αιτία που εμπνεύστηκα αυτή τη νουβέλα
      Καλό ξημέρωμα
      Φιλιά πολλά

      Διαγραφή