''Η ΄'Ανοιξη είναι ακριβή'' Κεφ.26

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 26 ''Λίγο πριν (3)''



Στο Πυργί, ο Νικολός προετοίμαζε τους άντρες του, τους κατοίκους του νησιού, που περίμεναν εκείνη την ιερή στιγμή, με έκδηλη ανυπομονησία. Κανόνιζε τις τελευταίες κινήσεις και τις ομάδες των αντρών που θα χτυπούσαν συγχρόνως,  σε διάφορα σημεία.

Μα είχε να σκεφθεί και τα παιδιά του. Δεν ήξερε, όταν θα ξεκινούσε ο αγώνας, αν θα τα ξαναέβλεπε. Να πει πως δεν του έσφιγγε την καρδιά  η σκέψη του χαμού, δεν μπορούσε να το πει. 

Σκεφτόταν και την Αντιγόνη μόνη της, εκεί στο Μαράθι. Με κανένα στήριγμα δίπλα της. Μα ήξερε ότι είναι δυνατή και είχε εμπιστοσύνη στις ικανότητές της.  Πιο πολύ  ανησυχούσε για την Ειρήνη. Ένα δεκατετράχρονο κορίτσι ανάμεσα σε ηλικιωμένους, τι βοήθεια μπορούσε να έχει; Την κάλεσε στο γραφείο του. Οι ώρες ήταν δύσκολες και η παράδοση που ήθελε ''η άποψη του πατέρα είναι εντολή για τα παιδιά'' περίσσευε. Ήδη, είχε καταστρέψει τη ζωή της μεγάλης κόρης του.

Η Ειρήνη, σοβαρή, έκατσε απέναντι από τον πατέρα της και περίμενε τι θα της πει.

''Ειρήνη μου, οι στιγμές που ζούμε είναι μεγαλειώδεις. Η αναμονή  για κάτι τόσο σπουδαίο, απαιτεί δύναμη ψυχής και χαρακτήρα. Μα δεν παραβλέπω ότι είσαι μικρή. Και σου έχω ζητήσει να προστατευτείς στη σπηλιά τις ώρες της μάχης. Μαζί με  τρεις ηλικιωμένους του σπιτιού μας. Πρέπει να σε ρωτήσω. Πρόκειται για τη ζωή σου, θέλω να ξέρω πώς το βλέπεις. Μήπως θα ένοιωθες ασφαλής περισσότερο,  κοντά στην Αντιγόνη;''

''Πατέρα μου μπορεί να είμαι μικρή, αλλά καταλαβαίνω πόσο σοβαρό είναι αυτό που θα γίνει και ξέρω ότι θα έχουμε επιπτώσεις. Θα ήθελα η Αντιγόνη  να ήταν εδώ κοντά μας, όχι για μένα, αλλά για εκείνη. Μα εγώ πρέπει να μείνω εδώ. Αν τραβήξει περισσότερο η εξέγερση από ό,τι έχετε προβλέψει, η γιαγιά μου, η Μαριγώ, μα ακόμη και ο μπάρμπα Γιάννης, ίσως χρειαστούν βοήθεια. Μπορώ και  να τρέξω, ξέρω τον τόπο πολύ καλά, μπορώ να βοηθήσω, πατέρα. Μη φοβάσαι για μας, για μένα. Κοίτα να ελευθερώσετε το νησί και να είστε καλά. Αυτό μόνο εύχομαι''

Το χαμόγελο του Νικολού ήταν λαλίστατο. Καμάρωνε. Και είχε δίκιο.

Η κατάσταση στο νησί είχε αλλάξει τις τελευταίες ημέρες. Η φρουρά εκτός μερικών στρατιωτών που έκαναν περιπολίες, έμενε στο φρούριο. Μα τώρα, περισσότεροι στρατιώτες Οθωμανοί, ήταν διασκορπισμένοι στο νησί.  Γιατί άραγε; αναρωτιόταν ο καπετάνιος. Μήπως υπήρχαν εντολές του Σουλτάνου εξαιτίας της Μολδοβλαχίας; Μήπως είχε υποψιαστεί κάτι ο Μπέης;  Δεν έπρεπε να καθυστερήσουν, μα πότε θα ήταν καλό να ξεκινήσουν; Πώς θα μάθαινε τι γίνεται στην υπόλοιπη Ελλάδα;  Κάποιοι ψαράδες που έβγαιναν για ψάρεμα, ξανοίγονταν στο πέλαγος και έπαιρναν μηνύματα από άλλους, από την αντίπερα όχθη. Μα ησυχία βασίλευε τις τελευταίες ημέρες.

Όλες αυτές τις ανησυχίες του, συζητούσε αυτό το πρωινό με τον αδελφό του και τους γιους τους. Έπρεπε να αποφασίσει την ώρα της εξέγερσης. Δική του ευθύνη, σε εκείνον στηρίζονταν όλοι.

Μια είδηση τον ταρακούνησε. Ο διοικητής του νησιού, ο Μπέης, έδωσε εντολή για έλεγχο σε κάθε σπίτι, σε κάθε σημείο του νησιού, τις επόμενες ημέρες. Θα ερευνούσαν, χωρίς φανερή αιτία. Δεν υπήρχε σημείο γυρισμού. Έπρεπε να ξεκινήσουν.

Αυτό το βράδυ, έδωσε εντολή στον Αλέξανδρο και στον Μανώλη να οδηγήσουν τους δικούς τους, πέρα στη σπηλιά, στην άκρη του νησιού. Χωρίς δαυλούς για να βλέπουν, χωρίς ομιλίες και περιττή φασαρία. Και φυσικά πρώτα να ενημερωθούν οι οικογένειες των ανδρών του νησιού.

Αύριο, έδωσε εντολή, όλοι με το χάραμα να είναι στα πόστα τους.

Οι ώρες περνούσαν σαν το νερό, με ετοιμασίες διακριτικές, αλλά και με ενημέρωση των αντρών του Νικολού. Το βράδυ αργά, έπρεπε να ξεκινήσουν όσοι θα πήγαιναν στη σπηλιά.

Ήλθε η ώρα. Ντυμένοι ζεστά και με σκούρα ρούχα όλοι τους, με τους μικρούς τους σάκους στην πλάτη, στάθηκαν στην κουζίνα, πριν βγουν στον κήπο. Από εκεί θα έφευγαν. Κάθε μία ώρα έφευγε και μια παρέα με τις γυναίκες και τα παιδιά του νησιού. Ήσυχα, αθόρυβα, μυστικά και με το φόβο μην ακουστεί κάποιο παιδί. Ως εδώ καλά.  Ήλθε η ώρα για του Νικολού την οικογένεια, που ήταν η τελευταία.

Η γιαγιά Αντιγόνη, πλησίασε το γιο της

''Τζιέρι μου, λεβέντη μου... ξέρω ότι πρέπει να πολεμήσετε. Ήλθε η ώρα για την ελευθερία του τόπου. Η Παναγιά να 'ναι μαζί σας. Εμένα τα χρόνια μου πέρασαν. Καλύτερα  να έμενα εδώ. Και ο αδερφός σου με τους δυο γιους του θα ριχτεί στον αγώνα. Η γυναίκα του θα παραμείνει εδώ, της το επιτρέπει''.

Ο Νικολός κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Τα λόγια δεν έβγαιναν από το στόμα, η συγκίνηση τα έπνιγε. 

''Αφού  έτσι αποφάσισες για μας γιε μου, έτσι θα γίνει. Για το καλό της Ειρήνης. Δεν ξέρω παλικάρι μου... αν θα σε ξαναδώ. Ο Θεός να  σε βοηθήσει. Να ξέρεις , πιο περήφανη μάνα από εμένα δεν υπάρχει.

Να προσέχεις τζιέρι μου. Να προσέχεις όσο μπορείς περισσότερο. Και να γυρίσεις με τη λευτεριά αντάμα.''

Δεν μπόρεσε να συνεχίσει. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι. Η αγκαλιά μάνας και γιου ήταν συγκλονιστική. Σαν να ήθελε ο ένας να κρατηθεί από τον άλλο, σαν να ήθελε να πάρει κομμάτι του μαζί του. Μια αγκαλιά γεμάτη αγάπη βουτηγμένη στην αγωνία.

 Σήμερα ήταν ημέρα συγκίνησης για τη γιαγιά Αντιγόνη,  το καταλάβαιναν όλοι. Το πρωί το ίδιο έντονη ήταν η στιγμή που αποχαιρετούσε τον μικρό της γιο το Λευτέρη. Η Ειρήνη τράβηξε τη γιαγιά της από την αγκαλιά του πατέρα της. Έπρεπε να την ηρεμήσει. Είχαν δρόμο μπροστά τους. Δεν την ήθελαν εξαντλημένη ψυχικά. 

Αγκάλιασε τον πατέρα της. Σήκωσε το κεφάλι της και του είπε μόνο

''Μην ανησυχείς για μας. Καλή λευτεριά πατέρα ''!

Ο Νικολός ήταν πολύ συγκινημένος. Μα η Ειρήνη τον εξέπληξε. Πόσο ώριμα σκέφτεται. Πόσο θαρραλέα συμπεριφορά επέδειξε. Πώς να μην είναι περήφανος για τα παιδιά του;

Νύχτα πλέον. Περπατούσαν προσεχτικά, τα αγόρια μπροστά και ο μπάρμπα  Γιάννης πίσω. Ένας ένας έβγαινε από το μονοπάτι των κήπων. Πρόσεχαν το παραμικρό θρόισμα των θάμνων. Σταματούσαν να πάρει ανάσα η γιαγιά. Η Ειρήνη, την κρατούσε από το χέρι. Της είχε πάρει και το σακίδιό της και προχωρούσε χωρίς φόβο. Αναρωτήθηκε μέσα της, γιατί δεν φοβόταν; Οι διδαχές του πατέρα της είχαν κάνει καλή δουλειά

Σπίτι το σπίτι, κήπο τον κήπο, γλιστρούσαν έξι σκιές αθόρυβα,  με το βλέμμα να διαπερνά τη νυχτιά. Οι ένοικοι των σπιτιών μιλημένοι, είχαν σβήσει κεριά και λάμπες στα σπιτικά τους. Απόλυτο σκοτάδι.

Βγήκαν πλέον από την πόλη. Μπροστά τους απλώνονταν τώρα χωράφια,  που περίμεναν την άνοιξη να σπαρθούν. Δεν είχαν κάλυψη. Ο Μανώλης τους είπε να περπατούν ελαφρά σκυφτοί.  Τους είχε καθοδηγήσει ακόμη, αν δουν οποιαδήποτε σκιά, να πέσουν πρηνηδόν στο έδαφος.  Αυτό ανησυχούσε μόνο την Ειρήνη. Δεν ήξερε αν οι τρεις ηλικιωμένοι τους θα είχαν την ικανότητα να πέσουν στο έδαφος  διακριτικά, χωρίς να τους δει κανείς. Γι αυτό και το βλέμμα της, όργωνε τα χωράφια. Το φεγγάρι ολόγιομο φώτιζε την περιοχή και δεν ήθελαν σήμερα φεγγάρι. Κοιτούσαν όλοι τριγύρω. Ζωσμένοι με τις πιστόλες τους, αν τους καταλάβαιναν, θα γινόταν μάχη. Και θα πρόδιδαν τον αγώνα, πριν ξεκινήσει. Ήταν δύσκολη η κατάσταση. Έπρεπε να προσέχουν τριπλά απόψε.

Σταματούσαν κατά καιρούς και αφουγκράζονταν. Μουγκανητά και βελάσματα ακούγονταν που και που. Τα ζώα τους έπαιρναν είδηση, αλλά πήγαιναν σιγά για να μην τα αναστατώσουν.

Λίγο ακόμη, λίγα μέτρα ακόμη, για να μπουν στην δεντρόφυτη περιοχή. Θα ήταν καλυμμένοι εκεί. Κουράγιο...λίγο ακόμη...λίγο.

Η Ειρήνη έδειξε στη γιαγιά τα δέντρα στο βάθος. Της έκανε νόημα να μη μιλήσει. Την έβλεπε όμως ότι είχε αποκάμει. Σταμάτησε, κάνοντας νόημα στον Αλέξανδρο για τη γιαγιά. Κουράστηκε. Βαριανάσαινε.  Μα δεν έπρεπε να σταματήσουν.

Άφησε εκείνος το όπλο του στην Ειρήνη και πήγε κοντά στη γιαγιά του. Της έκανε νόημα να μην βγάλει άχνα. Και την πήρε στην πλάτη του. Εκείνη αντέδρασε, αλλά εντολή είχε να μην ακουστεί. Γι αυτό προχώρησαν. Ο Αλέξανδρος με τη γιαγιά στην πλάτη, έφτασε στο δάσος.

Όλοι μπήκαν μέσα του, ανασαίνοντας βαθιά. Δεν είχε περάσει ο κίνδυνος, αλλά  ήταν πλέον μικρότερος.

Άφησε την γιαγιά κατάχαμα. Της έδωσαν από το δοχείο νερό. Εκείνη έκλαιγε. Βουβό κλάμα. Κλάμα συγκίνησης. Άπλωσε το χέρι και χάιδεψε το μάγουλο του Αλέξανδρου. ''Την ευχή μου να 'χεις'' του ψιθύρισε.

Συνέχισαν προσεχτικά. Τώρα ήταν στο δάσος. Στο τέρμα του, που δεν ήταν μακριά,  ξεκινούσαν τα βράχια και εκεί ήταν η σπηλιά. Μα στο δάσος κατοικούσαν ζώα διάφορα, που η παραμικρή ενόχληση θα τα προκαλούσε σε φυγή ή σε επίθεση. Τίποτε από τα δυο δεν ήθελαν, για να μην ακουστούν περισσότερο. Σιγά σιγά, βήμα το βήμα, με οξυμένες τις αισθήσεις, έφτασαν μετά από ώρα στη σπηλιά. Κλαδιά δέντρων έκλειναν την είσοδο , έτσι, που αν την έβλεπε κάποιος από μακριά, θα προσπερνούσε.

Όταν πλέον μπήκαν στη σπηλιά, πέρασαν στο βάθος, πίσω από ένα βράχο για να καλύπτει το κερί το αναμμένο. Είδαν το χώρο που θα έμεναν τις ώρες της μάχης. Είχαν έλθει αρκετές γυναίκες με τα παιδιά τους. Είχαν στήσει στην γωνιά τους τα πράγματα που θα τους χρειάζονταν. Κανένα παιδί δε μιλούσε. Σαν να καταλάβαιναν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Τα πρόσωπα όλων γεμάτα προσμονή και αγωνία. Μιλιά δεν ακουγόταν, μόνο το βλέμμα τους ήταν φλύαρο.  Η σπηλιά ήταν μεγάλη. Βράχια με εξοχές έκαναν τα τοιχώματα άγρια. Η υγρασία νότιζε το χωμάτινο έδαφος και η οροφή ψηλά ήταν γεμάτη νυχτερίδες. Μα ήταν τόσο απαλές οι κινήσεις τους, που δεν ενοχλήθηκε καμιά.  

''Ειρήνη'' είπε ο Μανώλης ψιθυριστά. ''Τώρα αναλαμβάνεις εσύ''

Ήξερε ότι οι ευθύνες θα της αποσπούσαν το νου από ότι φοβόταν, το χαμό των δικών της. 

Μίλησαν ιδιαιτέρως και με το μπάρμπα Γιάννη. Αγκαλιάστηκαν με ευχές και χτυποκάρδι και τα δυο παλικάρια πήραν το δρόμο του γυρισμού. Οι δυο  ηλικιωμένοι που ήταν μαζί με τα γυναικόπαιδα, πλησίασαν τον μπάρμπα  Γιάννη για να πάρουν όπλα, για καλό και κακό.

Εκεί, στην άκρη της σπηλιάς, αχυροστρώματα είχαν φτιαχτεί, εκεί ξάπλωσε η γιαγιά και σκεπάστηκε με τα υφαντά. Ξαπλωμένη πλέον, άφησε τα δάκρυα να κυλήσουν άηχα.

Ο μπάρμπα Γιάννης, έκλεισε πάλι την είσοδο της σπηλιάς και κάθισε δίπλα στην Μαριγώ, προσευχόμενος στο Θεό. 

Οι δυο γιοι του καπετάνιου μπήκαν ήσυχα στο σπίτι. Ο Νικολός έτρεξε και τους κοίταξε. Τότε μόνο άφησε την ανάσα του να βγει ελεύθερα. Όλα καλά λοιπόν. Το πρωί ξεκινούν. Είχαν ειδοποιηθεί όλοι.

Μόνο να μην έβρεχε, ευχόταν, για να δει το Μαράθι τον καπνό. 

''Πάμε για ύπνο, πρέπει να είμαστε ξεκούραστοι αύριο. Μόλις φέξει παιδιά μου. Ο Θεός μαζί μας''!



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

Σημ:Οι εικόνες των κεφαλαίων είναι από την google και τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς τους.

22 σχόλια:

  1. Άννα μου η αγωνία έχει φτάσει στο απόγειο της. Τι θα συμβεί άραγε στους πρωταγωνιστές;
    Δεν θα κάνω υποθέσεις, θα περιμένω να διαβάσω τις εξελίξεις όπως εσύ θα μας τις δώσεις.
    Φιλάκια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι που αγωνιάτε. Και η συνέχεια θα απαντήσει σε κάθε ερώτημά σας
      Κοντεύουμε
      Φιλάκια

      Διαγραφή
  2. Ωωωω! Καλή λευτεριά.
    Τί άλλο να σχολιάσω.
    Με έχει φάει η αγωνία.
    Φιλιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλή λευτεριά σωστά! Δεν χρειάζεται τπτ να πεις και μόνο ότι έχεις αγωνία αρκει.
      Φιλιά πολλά

      Διαγραφή
  3. Αχ βρε Άννα μου τι έχεις γράψει! Έχω ανατριχιάσει σύγκορμος μιλάμε και η συγκίνηση μου έχει φέρει δάκρυα στα μάτια. Αυτός ο αποχωρισμός του Νικολού απ' τη μάνα του είναι συγκλονιστικός! Πόσο αληθινό, πόσος αυθεντικός λόγος, περιγραφές, εικόνες, συναισθήματα. Μας έχεις τραβήξει κοντά σου, δίπλα στους ήρωές σου. Ζούμε την ανάσα τους, την έγνοια και την αγωνία τους.
    Πριν τη μεγάλη ώρα. Πριν ξεσπάσει η μεγάλη φωτιά. Και έφτασες να μας έχεις κάνει να ανησυχούμε και για τους κατακτητές. Την τύχη των αμάχων, των ανθρώπων.
    Η σκιά του πολέμου κρέμεται εφιάλτης πάνω απ' όλους.
    Πόσο δυνατό και αυτό σου το έργο.
    Κρέμομαι από τα λόγια σου περιμένοντας το μεγάλο φινάλε.
    Υποκλίνομαι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αυτή η κατακλείδα σου με συγκίνησε!!
      Χάρηκα πολύ που κατόρθωσα να ζείτε μαζί με τους ήρωες. Χαίρομαι που σου άρεσε και αυτό το κεφάλαιο.
      Στο επόμενο η μάχη ξεκινά
      Φιλιά πολλά

      Διαγραφή
    2. Νιώθω την αγωνία να με σφίγγει καλή μου φίλη και καρτερώ με όλους.

      Διαγραφή
  4. Πολύ δυνατή εγγραφή η σημερινή. Κατορθώνεις και μας τοποθετείς στον χώρο και μάλιστα με τρόπον που αισθανόμαστε με όλο μας το είναι, όλη την αγωνία της στιγμής αλλά και το τολμηρό του εγχειρήματος.
    Η ώρα έφτασε λοιπόν. Έχουν πολλά να γίνουν. Εύχομαι να πιαστούν στον ύπνο οι Τούρκοι!
    Καλή συνέχεια, Άννα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι Βασίλη μου αν ένιωσες και εσύ τα συναισθήματα των ηρώων. Και το σχόλιό σου με τιμά να το ξέρεις.
      Στο επόμενο θα δούμε τη μάχη
      Καλή υπόλοιπο Κυριακής

      Διαγραφή
  5. Πω πω ζω την αγωνία τους λες κι εγώ βάδιζα για τη σπηλιά με προσοχή μη με ακούσουν, λες κι εγώ είχα αγωνία για τους δικούς μου και για την επόμενη μέρα! Φοβερή η περιγραφή σου Άννα μου με συγκίνησε! Άιντε να δούμε πως ξεσηκώνονται τα παλικάρια για ιερό σκοπό! Φιλιά πολλά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Χαίρομαι που ζεις την αγωνία τους κι εσύ. Σ'ευχαριστώ πολύ για το όμορφο σχόλιό σου. Με τιμάς κι εσύ
      Φιλιά πολλά

      Διαγραφή
  6. Παραστατικές οι σκηνές της διαφυγής των ηρώων από τα σπίτι τους για τα πάνε στη σπηλιά όπου θα κρυφτούν.Εντονη περιγραφή ήταν σαν να το ζούσα και εγώ.
    Μεγάλη αγωνία για την συνέχεια. Τι θα απογίνουν άραγε;
    Ελπίζω όλα τα πάνε καλά.
    Καλή λευτεριά για τους ήρωες.
    Φιλιά Άννα μου.
    Καλή Κυριακή.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ'ευχαριστώ Μαρία μου. Πολύ με τιμά το σχόλιό σου και οι αντιδράσεις σου.Να το ζείτε κι εσείς ήθελα. Αν το κατόρθωσα χαίρομαι πολύ
      Καλό υπόλοιπο Κυριακής Μαρία
      ΦΙλάκια

      Διαγραφή
  7. Ράγισε η καρδιά μας με τον σπαραχτικό αποχαιρετισμό μάνας και γιου. Κι η αγωνία κορυφώνεται για την επόμενη μέρα. Πολύ φορτισμένες οι σκηνές που περιγράφεις Άννα μου, μπράβο σου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι και εμένα ράγισε που το έγραφα. Το έκανα εικόνα και την κατανόησα. Σ'ευχαριστώ Μαρία μου
      Καλή εβδομάδα αύριο

      Διαγραφή
  8. Το όραμα για μια ελεύθερη πατρίδα που σιγόκαιγε άρχισε να βγάζει ρίζες. Ήταν θέμα στιγμής να ξεπετάξει κλαδιά και φύλλα, να σκεπάσει τον κόσμο. Καθηλωτικός ο τρόπος της προετοιμασίας, αλλά και οι περιγραφές σου. Μεγάλος ο κίνδυνος, μεγαλύτερη η θέληση για ελευθερία.
    Το συναίσθημα ξεχειλίζει Άννα μου. Μπράβο!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Και άργησε να βγάλει τις ρίζες του. Φυσικά έβγαλε κλαδιά και σκέπασε τον κόσμο. Σ'ευχαριστώ Αννίκα μου. Χαίρομαι που το ευχαριστήθηκες διαβάζοντας

      Διαγραφή
  9. Άννα μου, συγκλονιστικό κεφάλαιο!
    Η συγκίνηση έκδηλη στην γενικότερη αύρα του.
    Μας έβαλες στο κέντρο των προετοιμασιών για την επανάσταση και συγκινηθήκαμε με τις αντιδράσεις των ηρώων μας και με τη βαρύτητα της στιγμής. Που είναι τεράστια.
    Η Ειρήνη εντυπωσιάζει με την ωριμότητα της! Ειδικά αν σκεφτείς την ηλικία της.
    Άννα μου, σε ευχαριστούμε για το υπέροχο διήγημα που μας έχεις χαρίσει. Που έχει ξεσηκώσει τα συναισθήματα μας και έχει κλέψει τη καρδιά μας. Ανυπομονώ για το τέλος!!
    Σου στέλνω μεγάλο φιλί!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ω χαίρομαι Μαρίνα μου που το βρήκες τόσο καλό. Το επόμενο θα δεις...θα πολεμήσουμε!
      Κι εγώ σας ευχαριστώ Μαρίνα μου για την αποδοχή σας και την θετική κριτική σας ματιά.
      Φιλιά πολλά και καλή εβδομάδα

      Διαγραφή
  10. Να μαι και εγώ γεμάτη αγωνία να νιώθω την καρδιά μου να χτυπά δυνατά σαν να ήμουν και εγώ εκεί η γιαγιά, μια από τις ηρωίδες σου γεμάτη από την λαχτάρα της λευτεριάς Αννιώ μου...
    Αχ τι με κάνεις γιαβρί μου...αγωνιώ...καλή εβδομάδα να έχεις φιλιααα!!❤

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλή σου μέρα!! Χαίρομαι πολύ που το ζεις Ρουλίτσα μου. Αγωνιάς και στο επόμενο θα πολεμήσεις...υπομονή και κοντεύουμε!!
      Φιλάκια

      Διαγραφή