Κεφάλαιο 27. '' Ήλθε η ώρα''!
Αχάραγα βγήκαν οι τρεις άντρες από το σπίτι. Ντυμένοι κατάλληλα για τη μάχη, με τις πιστόλες και τα βόλια, με μαχαίρες και σπαθί στο χέρι, πήγαν ο καθένας στο πόστο του. Με προσοχή μην γίνουν αντιληπτοί. Πριν χωρίσουν, άπλωσε το χέρι ο Νικολός στους γιους του. Τους άγγιξε χωρίς μιλιά. Η ματιά του, τους έλεγε, όσα τα χείλη δεν γινόταν να πουν. Χωρίστηκαν.
Ο Νικολός βρέθηκε με τους άντρες του στο φρούριο απέξω. Οι πρώτοι που έφτασαν, πήγαν στην άκρη του και τράβηξαν σιγά σιγά τα αγκωνάρια που είχαν ξεκολλήσει. Με προσοχή και με όσο το δυνατόν λιγότερο θόρυβο. Έγινε ένα άνοιγμα ικανό να χωρέσει έναν άντρα. Πρώτος μπήκε ο Νικολός. Σύρθηκε σιγά σιγά. Ήθελε να φτάσει στις ξύλινες καλύβες. Που και που, δάδες αναμμένες φώτιζαν το χώρο. Δυο τρεις τον ακολουθούσαν. Οι υπόλοιποι κρύφτηκαν στη μάντρα δεξιά και αριστερά από την είσοδο. Έπρεπε να δουν τη φωτιά για να ξεκινήσουν. Καρδιοχτυπούσαν όλοι. Μα σήμερα, το νησί θα γινόταν δικό τους. Η Ελευθερία φτερούγιζε πάνω από τα κεφάλια τους. Αδημονούσε κι εκείνη. Ήθελε χώρο για να κουρνιάσει στα χώματά τους.
Με το που άρχισε να ξεπροβάλλει ο ήλιος, η πρώτη φωτιά μπήκε. Και η δεύτερη. Και η τρίτη. Έτσι θα φαινόταν και ο καπνός από μακριά.
Φούντωσαν όλα στη στιγμή. Φωνές και ουρλιαχτά ξεσήκωσαν το στρατώνα. Οι άντρες όρμησαν με τις πιστόλες, αλλά και με τα σπαθιά πάνω στους στρατιώτες. Το αίμα έβαφε το χώμα.
Πολεμούσαν σώμα με σώμα. Ο Νικολός φώναζε, δίνοντας κουράγιο στους άντρες του. Κυρίως για να ακούν τη φωνή του, ότι είναι ζωντανός, ότι πολεμά. Έτσι έπαιρναν θάρρος. Φοβόταν τη λιποψυχία ορισμένων. Μήπως λιποταχτήσουν. Άμαθοι σε πόλεμο ήταν. Αγρότες, κτηνοτρόφοι, μαραγκοί. Όσα μπόρεσε να τους διδάξει για τη μάχη εκ τους συστάδην στον περιορισμένο χώρο του, ήταν λίγα, τα βασικά. Δεν είχαν χρόνο, ούτε ελευθερία κινήσεων για πολεμική εξάσκηση. Μα τα πήγαιναν καλά. Ο αιφνιδιασμός δούλευε υπέρ τους.
Ο καπνός ανέβηκε ψηλά. Τα πάντα καίγονταν στο φρούριο, εντελώς.
Πολεμούσαν βρίζοντας ή βογκώντας πολλές φορές. Τα κορμιά έπεφταν το ένα πάνω στο άλλο. Εχθροί πέθαιναν στο ίδιο χώμα, με τον ίδιο πόνο, δίπλα ο ένας στον άλλον.
Και ησύχασαν στη στιγμή. Έψαξαν όλο το φρούριο καλά. Έβγαλαν όσα πυρομαχικά μπορούσαν να διασώσουν. Αλλά και όπλα. Τους ήταν απαραίτητα. Τα πήγαν στην άκρη του τείχους. Τώρα έπρεπε να βιαστούν να ενωθούν με τις άλλες ομάδες.
Μα πρώτα ο καπετάνιος τους, κατέβασε την σημαία των κατακτητών και ανέβασε το λάβαρο το δικό τους. Άσπρο μπλε, μ' ένα σταυρό στη μέση να κυματίζει μετά τόσους αιώνες για πρώτη φορά στο νησί! Ήταν συγκινημένος. Και οι άντρες του σταμάτησαν για μια στιγμή ακίνητοι. Με το βλέμμα στραμμένο στη σημαία τους, έμεναν σιωπηλοί και κοιτούσαν με δέος! Τι δύναμη έχει ένα κομμάτι πανί! Πόση ιστορία θα διηγούταν, από εδώ και πέρα. Πόσες ψυχές χάθηκαν για να υψωθεί εκεί, στο φρούριο ψηλά. Για να κυματίζει λεύτερο!
Είχαν νικήσει με λίγες απώλειες. Τους νεκρούς θα τους έθαβαν μετά. Οι τραυματίες έμειναν στη φροντίδα ενός μόνο. Οι άλλοι θα ακολουθούσαν το Νικολό στο λιμάνι. Τώρα έπρεπε να συνεχίσουν. Τίποτε δεν τελείωσε.
Η ομάδα που πολεμούσε ο Μανώλης, μόλις είδαν την φωτιά, όρμησαν στο αρχοντικό. Ο Μπέης και οι φρουροί του, είχαν ακούσει το χαλασμό. Κάποιοι φώναξαν ''οι γκιαούρηδες ξεσηκώθηκαν''
Ο Μπέης έδινε εντολές στους άντρες του, έτρεξε στην οικογένειά του να τους πει να μείνουν στα εσωτερικά δωμάτια κι ετοιμάστηκε να βγει έξω.
Από το αρχοντικό, έβγαιναν στρατιώτες, η φρουρά του Μπέη, οπλισμένοι σαν αστακοί. Πολεμούσαν με αυταπάρνηση οι Έλληνες, μπροστά σε εκπαιδευμένους στρατιώτες, πλήρως εξοπλισμένους. Κι όμως, ο αιφνιδιασμός κι εδώ, δούλεψε υπέρ των επιτιθέμενων.
Πάλευαν σώμα με σώμα. Ο αγώνας ήταν σκληρός. Ο Αλέξανδρος με τους υπόλοιπους, πολεμούσαν κοντά στο λιμάνι. Εμπόδιζαν τους στρατιώτες που περιπολούσαν, να ενωθούν με τους δικούς τους, στο αρχοντικό. Δεν ήθελαν να βρεθεί η ομάδα του Μανώλη στη μέση. Πάλευαν γι αυτό. Από το αρχοντικό, έβγαιναν συνεχώς στρατιώτες, λες και γεννούσε στρατό, λες και υπήρχαν άπειρες πολεμικές μηχανές εκεί μέσα.
Ουρλιαχτά ακούγονταν και κλάματα στους δρόμους και τα σοκάκια. Κάποιοι Τούρκοι έκαιγαν σπίτια Χριστιανών. Έτρεχαν οι ένοικοι να γλιτώσουν. Και εκεί, οι Τούρκοι κρυμμένοι, περίμεναν να βγουν και τους έσφαζαν όλους. Άμαχο πληθυσμό, παιδιά και γυναίκες κυρίως. Έτρεξε ο Αλέξανδρος. Να πολεμήσει με μερικούς δικούς του, αυτά τα θεριά, που πήγαν να εκδικηθούν σκοτώνοντας αδιακρίτως.
Ο Μπέης βγήκε με το γιαταγάνι του στο χέρι. Κοιτούσε έκπληκτος το χαμό τριγύρω. Οι Ρωμιοί ξεσηκώθηκαν λοιπόν. Το ετοίμαζαν όλο αυτό, κάτω από τη μύτη του...
Δεν πρόλαβε να σκεφθεί περαιτέρω. Ένα βόλι τον βρήκε στο στήθος. Έπεσε στο έδαφος. Πίσω του, το σπίτι του, είχε καταπατηθεί και η φαμίλια του δεν τα κατάφερε. Δεν το είδε, δεν το έμαθε ποτέ. Οι φρουροί του, έπεφταν αδιακρίτως νεκροί, από χέρια μανιασμένων υποδούλων, που η ορμή τους ξεπερνούσε την πείρα του στρατού. Μπήκαν οι άντρες στο αρχοντικό. Κρυμμένοι όπου μπορούσαν, ήταν το υπηρετικό προσωπικό, αλλά και η οικογένεια του Μπέη. Σφάχτηκαν όλοι χωρίς εξαίρεση, όπως σφάχτηκαν και οικογένειες χριστιανών. Του πολέμου οι κανόνες. Δεν χωράει η ανθρωπιά πάντα. Ούτε χρόνο είχαν για επιλογές. Σφάχτηκαν όλοι αδιακρίτως.
Την ώρα που πυροβολήθηκε ο Μπέης, ο Νικολός κατέφθανε με τους άντρες του. ''Όχι τους αμάχους ''ούρλιαζε στους άντρες του. Μα οι μαχητές είχαν ήδη σκοτώσει αδιακρίτως όποιον εύρισκαν μέσα στο αρχοντικό, εξαγριωμένοι από τους Οθωμανούς που σκότωναν άμαχο πληθυσμό στα σπίτια τους.
Τον είδε ο Νικολός πεσμένο καταγής, μέσα στα αίματα. Έτρεξε φωνάζοντας στο Μανώλη ''Κάλυψέ με!" Τον έσυρε στην άκρη, μακριά από το πεδίο μάχης. Κάτι προσπαθούσε να πει ο Μπέης. Ο καπετάνιος γονάτισε, σήκωσε το κεφάλι του Μπέη στα χέρια του και πίεζε το τραύμα να σταματήσει την αιμορραγία. Τον έβλεπε όμως. Δεν είχε δυνάμεις. Κάτι προσπαθούσε να πει. Έσκυψε ν' ακούσει ο Νικολός. '' Είχα πει... η εμπιστοσύνη... έχει... όρια. Μα... η αγάπη δεν είχε... Νικολό ''
''Το ξέρω Μπέη μου... το ξέρω ... αλλά εγώ από εδώ και εσύ στην αντίπερα όχθη... πώς να ανθίσει αυτή η αγάπη... που ανάμεσα παρεμβάλλεται ορμητικός χείμαρρος;''
Ο Μπέης τον κοίταξε... σαν να χαμογέλασε ή του φάνηκε; ''Να.... προσέχεις... Νικολό.... προστάτεψε τα παιδιά μου... ΄΄και άφησε την τελευταία του πνοή εκεί, στην αγκαλιά του Νικολού, του φίλου και εχθρού του. Κάποιος φώναξε του καπετάνιου ''πρόσεχε''! Γύρισε και απέκρουσε τον κίνδυνο. Άρχισε να πολεμά με στρατιώτες δυο, τρεις μαζί, πολλές φορές. Όλοι οι άντρες ξεχύθηκαν σε κάθε γωνιά και έψαχναν για εχθρούς. Μα ο Νικολός έτρεξε στο αρχοντικό. Ποτέ δεν θα ξεχάσει το θέαμα των παιδιών που έσφαξαν οι άντρες του, στο όνομα της ελευθερίας της πατρίδας τους. Δάκρυσε συγκλονισμένος... τελικά η εμπιστοσύνη όντως έχει όρια!
Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλά. Οιμωγές ακούγονταν από παντού. Ο ήχος του πολέμου έφτανε ως τις σπηλιές. Γυναίκες που έμειναν στα σπίτια τους, είχαν κρυφτεί στους κήπους, ή σε αποθήκες για να προφυλαχτούν. Και ανέμεναν με κομμένη την ανάσα να δουν ή εχθρικό πρόσωπο ή οικείο.
Στην άκρη του δάσους, στη σπηλιά, πήγαν ορισμένοι Οθωμανοί στρατιώτες να κρυφτούν. Την ήξεραν. Πολλές φορές πήγαιναν εκεί κοπέλες, με, ή χωρίς τη θέλησή τους για να διασκεδάσουν. Ο μπάρμπα Γιάννης τους είδε. Βγήκε μαζί με τους δυο συντοπίτες του και κρύφτηκαν , προσπαθώντας να ξεπαστρεύουν έναν έναν. Δεν ήταν πολλοί. Μια χούφτα φοβισμένων Οθωμανών, που βρέθηκαν απροετοίμαστοι μπροστά στη φλόγα των υποτακτικών τους, έψαχνε τρόπο να γλιτώσει. Μα ο μπάρμπα Γιάννης με τους συνομήλικούς του αν και μεγάλοι σε ηλικία, πάλευαν με λύσσα.
Η Ειρήνη είχε κρυφτεί στο άνοιγμα της σπηλιάς. Με το σπαθί στο χέρι, αχ ήταν και βαρύ, περίμενε. Το σήκωσε με τα δυο χέρια ψηλά, ήταν έτοιμη να το κατεβάσει με δύναμη στο σώμα αυτού που θα έμπαινε. Ήταν ο πρώτος Τούρκος που μπήκε στη σπηλιά και κοντοστάθηκε, βλέποντας ένα σπιτικό στην ουσία με πολλούς νοματαίους. Η Ειρήνη πανέτοιμη. Κατέβασε το σπαθί και τρύπησε απ' άκρη σ' άκρη το κορμί του εχθρού. Μα την σόκαρε αυτός ο θάνατος. Γονάτισε ασθμαίνοντας. Μόλις είχε σκοτώσει άνθρωπο. Μόλις είχε εξαφανίσει τον κίνδυνο. Μόλις είχε συμμετάσχει στον αγώνα. Όλα περνούσαν από το νου της αστραπιαία. Μα έμεινε εκεί, γονατιστή να κοιτάζει το νεκρό σοκαρισμένη. Ο μπάρμπα Γιάννης όταν μπήκε, την επιβράβευσε για το θάρρος της. Την έστησε ξανά στα πόδια της και της είπε'' ψηλά το κεφάλι. Μόλις έσωσες όλες τις γυναίκες της σπηλιάς''.
Περασμένο μεσημέρι πια. Τα πάντα είχαν κριθεί. Όλοι, ξεχύθηκαν να βρουν Οθωμανούς στρατιώτες, που ίσως είχαν κρυφτεί. Άλλοι έτρεχαν στα σπιτικά τους, να δουν, αν οι δικοί τους ήταν καλά. Κλάματα και κατάρες έβγαιναν από την πονεμένη καρδιά, όσων έχασαν τους δικούς τους, όσων καίγονταν τα σπιτικά τους. Στο σπίτι του Νικολού μεταφέρονταν οι τραυματίες. Ο γιατρός του νησιού παρών να βοηθά.
Αρκετοί όρμησαν στο αρχοντικό. Ώρα για λάφυρα. Δεν το ήθελε ο Νικολός, αλλά δεν εμπόδισε κανένα. Έπρεπε να αμειφθούν για τη ελευθερία που χάρισαν στο νησί. Και υπήρχαν πλούτη, πράγματα που δεν είχαν ξαναδεί οι χωρικοί. Υπήρχαν χρήματα και χρυσός, για να μπορέσουν να θρέψουν τη φαμίλια τους. Ήταν ώρα αμοιβής.
Μάζεψαν τους νεκρούς τους. Ανάμεσα στους νεκρούς και ο αδελφός του Νικολού, ο Λευτέρης. Ένα χάδι, μια αγκαλιά που έσταζε δάκρυα και ένα ευχαριστώ για τον αγώνα που έδωσε να 'ναι ελεύθεροι όλοι τους, ήταν ο αποχαιρετισμός του στον μικρότερο αδελφό του. Όλοι οι Χριστιανοί μαζί θάφτηκαν, μετά από την δέηση του παππά τους, που πολέμησε κι εκείνος πλάι τους.
Τα μάτια υγρά αυτή τη βραδιά. Δεν ήξερες αν είναι δάκρυα για τις απώλειες, ή για τον καημό της λευτεριάς που, επιτέλους, ήλθε.
Τους Οθωμανούς τους έθαψαν στο δικό τους κοιμητήριο. Μα τον Μπέη και την οικογένειά του, ο Νικολός τους ανέλαβε ο ίδιος. Πριν κατέβει στο χώμα, ψιθύρισε στον εχθρό και φίλο. ''Καλή αντάμωση Μουσταφά. Εκεί που δεν έχει σημασία η πίστη σου, η γλώσσα σου, η χώρα σου. Εκεί, που η αγάπη μπορεί να ανθίσει χωρίς διαφορές''
Τα πλοία στο λιμάνι περίμεναν. Μα ο Νικολός, είχε πολλές ευθύνες ακόμη. Το βλέμμα του στρεφόταν στο Μαράθι. Ποιος ξέρει τι γινόταν εκεί. Η κόρη του ας είναι καλά... ας τα καταφέρουν... ναι, θα τα καταφέρουν κι εκεί! Το νου τους τώρα εδώ, μην έλθει τουρκικός στόλος για να ξαναπάρει το νησί. Οι τραυματίες που επέζησαν μεταφέρθηκαν στα σπιτικά τους. Ήταν απόγευμα πλέον, και ο ήλιος τους έκανε τη χάρη να λάμπει ψηλά όλη μέρα.
Είχαν τώρα να μαζέψουν όλο το χαμό που άφησε πίσω της η μάχη.
Θα έμενε λίγες μέρες στο νησί να βοηθήσει, ώστε να είναι έτοιμοι, αν τουρκικός στρατός ερχόταν να το πάρει πίσω.
Τα κανόνια ήταν στραμμένα στο πέλαγος. Οι ναύτες που θα πολεμούσαν, πήραν τη θέση τους στα πλοία και παρατηρούσαν τη θάλασσα. Ο Νικολός τις επόμενες ώρες, ταχτοποίησε ποιος θα κουμαντάρει το νησί. ''Όχι εγώ'' είπε στις παραινέσεις τους.'' Εγώ θα φύγω με τα πλοία να ενωθώ με το στόλο. Η Ελλάδα μάχεται και μας χρειάζεται. Θα μείνετε εδώ ως στρατιώτες, να είστε ετοιμοπόλεμοι''
Οι άνθρωποι που έμειναν στις σπηλιές γύρισαν. Η γιαγιά, ήταν ολοφάνερα ευτυχισμένη για το αίσιο τέλος της μάχης. Μα περισσότερο, γιατί ζούσαν οι δικοί της. Όταν έμαθε για το χαμό του μικρότερου γιου της, έκλαψε πολύ. Ο θρήνος ξέσκιζε την ψυχή όσων την άκουγαν. Μα οι ώρες ήταν θεϊκές και ο πόνος γαλήνευε με το άγγιγμα της λευτεριάς. Οι γιοι του, τα εγγόνια της, ήταν μεγάλοι πια και κουμάνταραν το σπιτικό τους.
Πήγε στο νεκροταφείο. Πλησίασε τον τάφο του Εμμανουήλ της. ''Άντρα μου και αφέντη μου. Είμαστε λεύτεροι ψυχή μου. Μας βλέπεις από κει ψηλά; Αχ και να 'σουν εδώ. Αχ πόσο θα γέμιζε η ψυχή σου περηφάνια και αγαλλίαση. Πρόσεχε το Νικολό μας από εκεί που είσαι. Φρόντιζε τα εγγόνια μας. Τώρα έχεις παρέα και τον Λευτέρη μας. Δεν είσαι μόνος. Τώρα αρχίσαμε Εμμανουήλ. Ακόμη τίποτε δεν κρίθηκε''
Αρκετοί από τους νησιώτες, πήγαν και κατέβασαν την κρεμάλα που βρισκόταν κάτω από το φρούριο, στο δέντρο εκείνο της φρίκης. Άλλοι, πήραν τσεκούρια και άρχισαν να το πελεκούν. Να σβήσουν όσα φριχτά έζησαν, οι παλιότεροι κυρίως.
Και μετά, αργά το βράδυ, με τους δαυλούς αναμμένους, μαζεύτηκαν πενθούντες και μη, στο λιμάνι, κοντά στην πλατεία και σήκωσαν ψηλά τα όπλα τους, με το βλέμμα στο λάβαρο που ανέμιζε στο κάστρο. Και οι καμπάνες ηχούσαν χαρμόσυνα. Μετά τόσους αιώνες, ακούστηκαν οι καμπάνες να χτυπούν, χωρίς να ζητήσουν άδεια, χωρίς απαγορεύσεις. Κάποιοι είχαν χαθεί. Κάποιους τους αγκάλιασε το χώμα. Μα η θυσία τους ήταν για τη λευτεριά του νησιού τους. Και αυτή η λευτεριά μεθούσε τους κατοίκους!
Μας συγκλόνισες. Τι να πρωτοσχολιάσω!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ περιγραφή σου στο κομμάτι της μάχης, τοσο ρεαλιστική! Μας έβαλε στο επίκεντρο!
Η στιγμή του αποχαιρετισμού μεταξύ Μπέη-Νικολού, πόσο συγκινητική και διδακτική! Η εμπιστοσύνη έχει όρια.
Η στιγμή που η Ειρήνη, ένα μικρό παιδί, σκοτώνει. Και όσο και αν ο αγώνας σκεπάζει τον Θάνατο, η ανθρωπιά πάντα λυγά.
Η στιγμή που η γιαγιά με τον θάνατο του ενός της γιου στη καρδιά πήγε στο τάφο του άντρα της να τον ενημερώσει για τη λευτεριά.
Φτάνουμε προς το τέλος, μα από την αρχή μέχρι και τώρα κρατάς τα συναισθήματα και το ενδιαφέρον μας ζωντανά και μπράβο σου!
Αννούλα μου άλλο ένα υπέροχο κεφάλαιο!
Στέλνω φιλί γλυκό!
Χαίρομαι που βρήκες το κεφάλαιο συγκλονιστικό. Ήθελα να είναι ρεαλιστικό όσο γίνεται αν και δεν έχουμε λεπτομερείς καταγραφές για μάχες πιστεύω ότι κάπως έτσι θα μπορούσε να είναι αν ήταν πραγματικότητα.
ΔιαγραφήΝαι ένα 14χρονο κορίτσι να σκοτώσει είναι φοβερά σοκαριστικό. Αλλά και η επιβίωση, η αυτοσυντήρηση, τα διδάγματα για την εξέγερση φέρνουν αποτελέσματα.
Χαίρομαι αφάνταστα που το βρήκες ενδιαφέρον ως εδώ. Έχουμε ακόμη 3 κεφάλαια και τελειώσαμε
Σ'ευχαριστώ αφάνταστα Μαρίνα μου
Φιλιά πολλά πολλά
''Καλή αντάμωση Μουσταφά. Εκεί που δεν έχει σημασία η πίστη σου, η γλώσσα σου, η χώρα σου. Εκεί, που η αγάπη μπορεί να ανθίσει χωρίς διαφορές''
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο διαβάζω ξανά και ξανά! Πολλές φορές. Όλο! Και το μάτι μου έρχεται και κάθεται εδώ. Προσπαθώ να αποδιώξω ένα δάκρυ που γυροφέρνει να βγει, να κυλήσει. Λέω να κυβερνήσω τον κόμπο, που μού ΄σφιξε το λαιμό.
Άννα μου, περίμενα τη συγκίνηση, την έκρηξη, το θάνατο και την καταστροφή. Όμως όχι τόσο πολύ στο να με αγγίξει, να με συγκινήσει, να με προβληματίσει.
Σε μια άλλη γη και κοινωνία. Όπου οι άνθρωποι δεν θα είναι χωρισμένοι σε φυλές και θρησκείες. Χωρίς συμφέροντα και εκμετάλλευση. Τότε εκεί ο κάθε Νικολός θα μπορέσει να ανταμώσει με τον κάθε Μουσταφά στην αγκαλιά του. Λεύτεροι, γαλήνιοι, άνθρωποι!
Τούτο το κεφάλαιό σου, έρχεται να κορυφώσει όλη τη βιβλιογραφία σου σε ένταση και ρυθμό Άννα. Η περιγραφή της μάχης, αποστολή δύσκολη για κάθε αφήγηση, είναι συγκλονιστική. Λες και βλέπω μπροστά μου τις εικόνες μεγάλων μαχών σε κινηματογραφικές παραγωγές. Η αγωνία, οι συγκινήσεις.
Αλλά και αυτές οι αντιθέσεις. Τα σφαγμένα πρόσωπα των παιδιών και των γυναικών, δεν έχουν καταγωγή. Κι όμως υπέφεραν. Χριστιανοί και Οθωμανοί γεύτηκαν την ίδια βία. Αναίτια, τραγικά. Τα παιδιά Άννα! Μιλάμε για παιδιά! Ποτέ δεν θα έδινα τη σφραγίδα μου σε μια τέτοια μορφή πάλης! Ποτέ! Μια τέτοια εικόνα θα με στοίχειωνε στη ζωή μου για πάντα. Δεν θα ήθελα μια τέτοια λευτεριά, μια τέτοια νίκη.
Η εμπειρία της Ειρήνης με το θάνατο του στρατιώτη επίσης στιγμή μεγάλη και δοσμένη με πένα, που λες και κουβαλάει εμπειρία χρόνων στη γραφή.
Αγαπημένη μας φίλη, θεωρώ μακράν το έργο σου ως διαμάντι! Εγώ έτσι το νιώθω και δεν με νοιάζει αν ο λόγος μου φαντάζει υπερφίαλος ή υπερβολικός. Εγώ έτσι ένιωσα και αυτή η συγκίνηση μού ανήκει.
Περιμένω το μεγάλο φινάλε. Την Αντιγόνη. Την οικογένειά της. Να πάρουμε όλοι μια ανάσα καλή μου.
Πολύ τιμητικό σχόλιο! Και να φανταστείς ότι όλα τα σχόλιά σου είναι τα πλέον τιμητικά ετούτο εν τούτοις με συγκίνησε.
ΔιαγραφήΤα παδιά! Βασικότατο σε μια μάχη αλλά και σε κάθε τι στη ζωή μας. Μην το λές ότι δεν θα ήθελες τη λευτεριά με τέτοιους όρους, η σκλαβιά και μόνο ως ιδέα δεν αντέχεται.
Σ'ευχαριστώ τόσο πολύ για κάθε κριτική ματιά σου στα κεφάλαιά μου.
Ωωωω διαμάντι ε; Με συκγλόνισες εσύ τώρα!!
Τρία κεφάλαια ακόμη Γιάννη μου και θα έλθει το τέλος.
Σ'ευχαριστώ πολύ πολύ
Να σαι καλά
Δεν είναι εύκολο να κουβαλάς τέτοιο βάρος Άννα μου! Ειδικά για εκείνους που το έζησαν και δεν ήταν η καρδιά τους φορτωμένη με μίσος. Δεν γίνεται να απλώσουν χέρι στα παιδιά. Δεν υπάρχει δικαιολογία σε αυτό. Καμία! Αλλιώς γίνεσαι ένα με αυτό που καταγγέλλεις τόσα χρόνια. Σκέφτομαι τον Νικολό να ουρλιάζει. "Όχι τα παιδιά..." Κραυγή και κάλεσμα, που δεν έγινε ακουστό.
ΔιαγραφήΜια τέτοια εικόνα θα με στοίχειωνε εφ' όρου ζωής.
Τρία κεφάλαια ακόμα. Μαρτυρικά. Δεν θέλω να τελειώσει, το λέω.
Την καλησπέρα μου Άννα, πάω να διαβάσω το φρέσκο.
Γιάννη μου κανένας που πολέμησε και σκότωσε πραγματικά εκτός μάχης δεν γύρισε υγιής στη ψυχή. Γιατί δυστυχώς στον πόλεμο-η ιστορία το έχει διδάξει- το μίσος τυφλώνει, ο φανατισμός αποθηριώνει τον άνθρωπο, ο εχθρός διδάσκεται ότι δεν έχει ηλικία. Όλα αυτά δεν αφήνουν τον άνθρωπο να σκεφθεί τα παιδιά όπως εσύ το εννοείς. Συμφωνώ όμως ''Όχι τα παιδιά'' θα έπρεπε να είναι κανόνας!
ΔιαγραφήΜαρτυρικά ε; Κάποτε θα τελείωνε και έχουμε δρώμενα που τρέχουν....Χαίρομαι όμως που δεν θες να τελείώσει
Με λόγο μεστό, έτσι όμορφα κι απλά, χωρίς φτιασίδια και φανφάρες περιγράφεις την πιο ιερή και δύσκολη στιγμή της ιστορίας σου. Λόγος δυνατός, συγκινητικός, που ισορροπεί την αψάδα για την ελευθερία με την τρυφερότητα, την έγνοια του ανθρώπου για άνθρωπο. Η φλόγα στην ψυχή της Ειρήνης, ο θάνατος του Μπέη, η γιαγιά στον τάφο….σκηνές που δένουν κόμπο το στομάχι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο Άννα! Περιμένουμε νέα απ’ την Αντιγόνη.
Φιλιά! Καλό βράδυ!
Σ'ευχαριστώ Αννίκα μου. Χαίρομαι που βρήκες τόσα σ'αυτό το κεφάλαιο. Χαίρομαι που δείχνεις να σε ικανοποίησε. Και η συγκίνηση απαραίτητη όταν περιγράφεις τέτοιες σκηνές
ΔιαγραφήΤο επόμενο είναι η Αντιγόνη
Φιλιά πολλά πολλά
Ένα κεφάλαιο που σε γεμίζει έντονα συναισθήματα όπως συγκίνηση και υπερηφάνεια για τον αγώνα των Ελλήνων να επιτύχουν την πολυπόθητη ελευθερία τους, να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό να δημιουργήσουν ένα ανεξάρτητο κράτος
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι γεμάτο με παραστατικές σκηνές από τις μάχες, δείχνει το πώς οι Έλληνες ξεπέρασαν τον εαυτό τους με τα λίγα μέσα που διέθεταν εναντίον των άρτια εξοπλισμένων Τούρκων.
Όταν οι Έλληνες είναι ενωμένοι κάνουν θαύματα.
Δυστυχώς αυτό όμως δεν κρατάει πολύ.
Η διχώνοια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός αυτός που καταστρέφει κάθε προσπάθεια.
Με συγκίνησε πολύ αυτό το κεφάλαιο Άννα μου .
Περιμένω την συνέχεια με αγωνία για αυτή την οικογένεια.
Φιλιά.
Σ'ευχαριστώ Μαράκι μου. Πάντα μια μάχη πιστεύω ότι έχει απ' όλα. Και η συγκίνηση είναι έκδηλη πάντα. Ναι όντως το σαράκι που μας τρώει είναι η διχόνοια. Ενωμένοι πάντα κάναμε και θα κάνουμε θαύματα.
ΔιαγραφήΤρία κεφάλαια ακόμη και τελειώσαμε Μαρία μου
Φιλιά πολλά πολλά
Ήρθε η ώρα του ξεσηκωμού λοιπόν. Άννα μου μας χάρισες απλόχερα συγκίνηση με την περιγραφή σου. Σε κάθε πόλεμο δοκιμάζονται φιλίες, συγγένειες και πάντα ο άμαχος πληθυσμός είναι αυτός που πληρώνει μεγάλο τίμημα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠεριμένω την συνέχεια.
Φιλιά!
Η συγκίνηση πάντα περισσεύει σε στιγμές μάχης. Χαίρομαι που σε ικανοποίησε και αυτό το κεφάλαιο. Και ο άμαχος πληθυσμός...μια μεγάλη κουβέντα μπορεί να αρχίσει γι αυτό το θέμα!!!
ΔιαγραφήΔεν αργεί η συνέχεια Ελένη μου.Τρία κεφάλαια έμειναν ως το τέλος
Φιλάκια πολλά πολλά
Περιγραφή απόλυτα πιστή στην εποχή και τα πραγματικά γεγονότα, δίχως ηρωοποιήσεις ή απόκρυψη της σκληρής αλήθειας κάθε πολέμου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΦανερή η λαχτάρα των υπόδουλων για ελευθερία αλλά και ο φόβος των άμαχων για την επιτυχία του εγχειρήματος. Σημαντικό και το στοιχείο που προσθέτεις στο τέλος, της συνειδητοποίησης του μεγέθους του εγχειρήματος και του άγνωστου μέλλοντος που ανοίγεται πλέον μπροστά τους.
Πολύ δυνατή γραφή, υποδειγματική θα έλεγα, για μια κορυφαία μέρα της ιστορίας μας.
Καλή συνέχεια, Άννα!
Πολύ με τιμά το σχόλιό σου Βασίλη. Ειδικά από έναν εκπαιδευτικό που γνωρίζει πολύ καλά και την εποχή και τα πραγματικά γεγονότα με τιμά αυτό το σχόλιο.
ΔιαγραφήΠροσπάθησα να είναι ρεαλιστικά γραμμένη αυτή η μάχη της φαντασίας μου. Να μην ξεφύγουμε περιγράφοντας το ιδανικό που δεν ήταν.
Σ'ευχαριστώ πολύ πολύ
Να σαι καλά
Συγκλονιστικό και ρεαλιστικό κεφάλαιο το σημερινό! Υπέροχα δοσμένο Άννα μου! Με συγκίνησε και ειδικά στα σημεία που τονίστηκε η φιλία που ενόσω υπάρχει, διαφορές δεν την αφήνουν να βγάλει ρίζες. Υπάρχουν πράγματα που χωρίζουν τους ανθρώπους και δεν θα έπρεπε. Τι κρίμα που οι λαοί δεν το αντιλαμβάνονται στην πραγματική σημασία του! Συγχαρητήρια υπέροχο συναίσθημα μου άφησες! Φιλιά πολλά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι Μαίρη μου που το απόλαυσες. Δυστυχώς οι άνθρωποι είναι χωρισμένοι και μισιούνται πολλές φορές γιατί φανατίζονται από τις πολιτικές σκοπιμότητες. Και ποτέ δεν θα μονοιάσουν δυστυχώς.
ΔιαγραφήΣ'ευχαριστώ πολύ πολύ
Φιλιά πολλά
Έχω χάσει επεισόδια!!! Το πέρασα βιαστικά, πολύ ωραία γραφή, μήπως καταφέρω και το διαβάσω από την αρχή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή συνέχεια, Άννα μου.
Καλώς την! Εδώ θα είναι Αλεξάνδρα μου να το διαβάσεις όποτε θες
ΔιαγραφήΚαλή σου μέρα
Άρχισε λοιπόν η επανάσταση και το αίμα ρέει άφθονο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠώς αλλιώς;
Συνήθως τα βιβλία που μιλάνε για τον ξεσηκωμό, περιγράφουν αυτά που υπέστησαν οι Έλληνες από τους Τούρκους. Και είναι όλα φρικτά.
Εσύ πάντως μας έβαλες μέσα στο κλίμα.
Αισθάνθηκα την αγωνία τους και τον πόνο που ένιωσαν.
Μακάρι κανένας άνθρωπος να μη βρεθεί ποτέ σ αυτή τη θέση.
Μπράβο για την τόλμη τους. Χάρη σ αυτούς τους γενναίους ήρωες είμαστε τώρα ελεύθεροι.
Ανυπομονώ για την λευτεριά.
Σε φιλώ.
Καλημέρα σου
ΔιαγραφήΆρχισε η μάχη Ρένα μου. Και λογικό το αίμα να ρέει. Συνήθως μάθαμε από την πλευρά μας την ιστορία του ξεσηκωμού. Πάντα όμως σε μια κατάκτηση, σε ένα πόλεμο, και οι δυο μεριές έχουν περάσει τα όρια.
Ήθελα ρεαλισμό περισσότερο κοντά στην αλήθεια.
Φυσικά ο ξεσηκωμός ήταν και για μας και για όλη την Ευρώπη ένας αγώνας ελεθερίας και ανεξαρτησίας. Σ'αυτούς οφείλουμε και την ύπαρξη του κράτους μας
Φιλάκια πολλά
Εγώ πρώτα θα πω πως είμαι σίγουρη πως έχεις κάνει φοβερή έρευνα για να γράψεις τέτοιο ιστορικό κείμενο έστω και αν έχει και αισθηματικά στοιχεία μέσα του. Περιγράφεις σκαλοπάτι σκαλοπάτι όλες τις καταστάσεις και τα γεγονότα που οδηγούν πλέον στο σημερινό. Άρχισε η φονική μάχη, άρχισε η πάλη δυνάμεων και ιδανικών. Μπράβο κορίτσι μου, διαβάζω συνήθως 2 επισόδεια μαζί γιατίμε δένουν έτσι πιο πολύ με τα προηγούμενα. Θα ήθελα να το διάβαζα όμως κρατώντας στο χέρι ένα ..χάρτινο βιβλίο για βα το απολαύσω περισσότερο, παλιομοδίτισα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ'ευχαριστώ Αχτιδούλα μου που είσαι εδώ. Διάβαζε όσα θες μαζεμένα ή όχι εσύ επιλέγεις. Και μη λες ότι είσαι παλιομοδίτισσα γιατί το βιβλίο, το χαρτί, η μυρωδιά του έχει άλλη χάρη. Και εγώ το λατρεύω και το προτιμώ.
ΔιαγραφήΝαι έχω κάνει έρευνα όπως κατάλαβες αλλά και από όσα έχουμε διδαχθεί και διαβάσει ήθελα να δώσω ρεαλισμό.
Να σαι καλά Γεωργία μου
Αποτυπώνεις τόσο γλαφυρά την αγριάδα και τον παραλογισμό του πολέμου, που κάθε άλλη έννοια μπαίνει στο παρασκήνιο. Η στιγμή που η Ειρήνη λογχίζει τον στρατιώτη, είναι συγκλονιστική. Πώς γίνεται ένα μικρό παιδί αγρίμι, γιατί έτσι επιτάσσουν οι κανόνες του πολέμου! Άννα μου, μπράβο σου γιατί πάνω και πέρα απ' την εθνική διάσταση που έχει αυτή η ιστορία, προβάλλεις την επιτακτική ανάγκη του ανθρώπου για ειρήνη. Δεν είναι τα σύνορα και οι σημαίες που χρειάζονται οι άνθρωποι, αλλά ο σεβασμός, η αγάπη και η ειρηνική συνύπαρξη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕν αναμονή του επόμενου κεφαλαίου σου, σε γλυκοφιλώ.
Χαίρομαι που το κεφάλαιο σε ικανοποιεί. Και το παιδί αγρίμι γίνεται όταν κινδυνεύει το ίδιο ή τα δικά του πρόσωπα.
ΔιαγραφήΦυσικά η επιθυμία μου περιγράφοντας τη μάχη ήταν να φανεί πόσο ζηλευτή και αναγκαία για τους ανθρώπους είναι η ειρήνη. Δυστυχώς όμως τα σύνορα και οι σημαίες φανατίζουν. Οι γλώσσες και οι θρησκείες χωρίζουν. Και η πολιτική σκοπιμότητα δημιουργεί εχθρούς. Έτσι οι άνθρωποι θα είναι πάντα.
Φιλιά κι από εμένα
Μα τι περιγραφή; γλαφυρότατη, γεμάτη ρεαλισμό Αννιώ μου... πολύς αγώνας πολλές απώλειες για τα ιερά και όσια της πατρίδας...η λαχτάρα της λευτεριάς και οι θυσίες των χριστιανών, σαν κινηματογραφική ταινία περνούσαν μπροστα από τα μάτια μας, σαν να παλεύαμε και εμείς μαζί τους για την λευτεριά!
ΑπάντησηΔιαγραφήστο πιο αγωνιώδες σημείο μας έκανες διάλειμμα. θα περιμένουμε με αγωνία την συνέχεια...φιλια μεταμεσονύκτια!!
Χαίρομαι Ρούλα μου που σου άρεσε. Έτσι σκεφτόμουν να γραφτεί με τέτοιο τρόπο που να είναι σαν να πολεμάμε και εμείς παρέα τους. Αν το κατόρθωσα χαίρομαι διπλά.
ΔιαγραφήΣε λίγο θα δημοσιευτεί και η ώρα της Αντιγόνης. Και κοντεύουμε στο τέλος
Φιλάκια